Τις τελευταίες μέρες στην Ελλάδα έχει συντελεστεί ένα τεράστιο οικολογικό έγκλημα, το οποίο έχει δείξει με τον πλέον καταφανή τρόπο την εγκληματική φύση του κράτους και του κεφαλαίου και έχει αναδείξει παράλληλα μια σειρά άλλα ζητήματα που αφορούν τη σχέση ανθρώπου και φύσης, τη σημασία της αλληλεγγύης, τη συνεχιζόμενη οικολογική καταστροφή αλλά και τόσο τον τρόμο όσο και την ταυτόχρονη αλαζονεία της εξουσίας. Μετά από μια τρομερά άνυδρη χρονιά που είχε πολλές επιπτώσεις στην καλλιέργεια της γης και στα επαγγέλματα που σχετίζονται με αυτή, το φετινό καλοκαίρι υπήρξε από τα πιο καταστροφικά για την ελληνική ύπαιθρο, αφήνοντας πίσω του τεράστιες εκτάσεις καμένης γης. Τέτοιου είδους φαινόμενα πλέον συνεχώς εντείνονται λόγω της ανθρώπινης παρέμβασης και αδιαφορίας και εξαπλώνονται στα πλέον απίθανα μέρη του κόσμου (Αλάσκα, Σιβηρία), ενώ μόνο φέτος έχουν ήδη εκδηλωθεί μεγάλες φωτιές με πολλά θύματα στην Αλγερία, στην Τουρκία και σε άλλες μεσογειακές χώρες.
Όσον αφορά την Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, πάνω από 1 εκατομμύριο στρέμματα γης έχουν ήδη καεί, με τα μισά περίπου να βρίσκονται στη βόρεια Εύβοια, ενώ φωτιές έχουν εκδηλωθεί σε διάφορα άλλα σημεία της χώρας, όπως σε βόρεια Αττική, Μεσσηνία, Ηλεία και Αρκαδία. Μέσα από τις δραματικές αυτές εικόνες που είναι δύσκολο να συλλάβουμε το πλήρες οικολογικό και κοινωνικοοικονομικό μέγεθός τους (τόσο για την καταστροφή της φύσης όσο και για τον αντίκτυπο στις τοπικές κοινωνίες) φάνηκε με ξεκάθαρο τρόπο η υποκρισία της κρατικής διαχείρισης που δήθεν κόπτεται για την ανθρώπινη ζωή αλλά και η τεράστια αδυναμία της. Κι αυτό γιατί ήταν οι ίδιοι οι κάτοικοι αυτοί που με κίνδυνο της ζωής τους και ουσιαστικά αβοήθητοι προσπάθησαν μαζί με τους πυροσβέστες και τους εθελοντές να περιορίσουν τις φωτιές, την ίδια ώρα που τα βασικά στελέχη της κυβέρνησης είχαν εξαφανιστεί. Οι οικισμοί, τα δάση, τα χωράφια αφέθηκαν στη μοίρα τους, ο «στρατηγός άνεμος» ήταν της τάξης των 2-3 μποφόρ, οι ρίψεις των αεροπλάνων «δεν ήταν ορατές μέσα στους πυκνούς καπνούς». Η ειρωνεία της εξουσίας στο μεγαλείο της. Φυσικά τάχθηκαν αποζημιώσεις, όπως σε κάθε άλλη περίπτωση φυσικής καταστροφής χωρίς ποτέ αυτές να φτάνουν στους δικαιούχους τους και έγιναν πομπώδεις δηλώσεις για το γεγονός ότι «τα σπίτια ξαναχτίζονται» από ανθρώπους που έχουν διψήφιο και τριψήφιο αριθμό σπιτιών. Και οι καταστροφές μπορεί να μην σταματήσουν εδώ, καθώς τα συγκεκριμένα μέρη είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένα σε περίπτωση πλημμύρας, ενώ οι αναδασώσεις δεν είναι κάτι τόσο απλό και δεν πρέπει να γίνουν επιπλέον παρεμβάσεις στη φυσική βλάστηση που είχε προηγουμένως το δάσος αν και μάλλον τα σχέδια είναι διαφορετικά.
Επίσης, το γεγονός ότι ολόκληρη η επικοινωνιακή πολιτική βασίστηκε στην προστασία της ανθρώπινης ζωής είναι κάτι τουλάχιστον εξοργιστικό για όσους έχασαν τα σπίτια τους χωρίς να τους αφήνουν να τα προστατεύσουν, για τις απώλειες που όντως υπήρξαν -κι ας ήταν λίγες- αλλά και για την τεράστια καταστροφή που συντελέστηκε. Ουσιαστικά μια προσπάθεια να στραφεί η δημόσια συζήτηση σε μια αντιπολιτευτική διαμάχη γύρω από παιχνίδια εξουσίας και όχι στο ουσιαστικό πρόβλημα: ότι η κρατική διαχείριση είναι παντελώς ανέτοιμη τόσο να προλάβει όσο και να ανακόψει τις πυρκαγιές, γιατί είναι κάτι που πολύ απλά δεν την ενδιαφέρει. Όσο κι αν προσπάθησαν με ψεύτικα δάκρυα, οργισμένες ανακοινώσεις, τρεμάμενες φωνές και στρουθοκαμηλισμούς να καμουφλάρουν τις ευθύνες τους και να πετάξουν την μπάλα στην εξέδρα, υπάρχουν συγκεκριμένα γεγονότα, επικοινωνιακά παιχνίδια και αποστροφές συνεντεύξεων που δείχνουν κάποια πράγματα ξεκάθαρα. Για παράδειγμα η προαγωγή των υπεύθυνων για την καταστροφή στο Μάτι σε ανώτερες θέσεις, οι δηλώσεις του τύπου «δεν έχουν όλα τα δάση την ίδια οικολογική σημασία», η υπεράσπιση της λεηλασίας της φύσης μέσω της τοποθέτησης ανεμογεννητριών και παλιότερες δηλώσεις για «επενδύσεις αντί για δάση» δείχνουν του λόγου το αληθές. Εξάλλου, πολλές φορές έχουμε δει να ξεπετάγονται οικισμοί και διάφορα επενδυτικά έργα μετά από καταστροφικές πυρκαγιές. Και στην προκειμένη, «ο κόσμος το ’χει τούμπανο»…
Το πιο εξωφρενικό είναι όταν οι εξουσιαστές μαζί με τα παπαγαλάκια τους κάνουν λόγο για ακραία φαινόμενα και οικολογική καταστροφή, ενώ όταν υπάρχουν κάτοικοι που υπερασπίζονται τον τόπο τους ενάντια στη λεηλασία από το κεφάλαιο, οι ίδιοι μιλάνε για ανάπτυξη και επενδύσεις, και τι μας νοιάζει η φύση στο κάτω κάτω μπροστά στα φράγκα για να το πούμε κι αλλιώς… Η απόδοση μάλιστα ευθυνών σε όσους υπερασπίζονται τη φύση, ότι δηλαδή τις φωτιές τις έβαλαν αυτοί που δεν ήθελαν ανεμογεννήτριες (επειδή μάλλον αυτές συνυπάρχουν αρμονικά με τα δάση…), αναπαράγει ακόμα μια φορά το γνωστό παραμύθι της ατομικής ευθύνης, ταυτίζοντας όσους αντιστέκονται με τις θεωρίες ψεκασμένων αντιεμβολιαστών, δείχνοντας και τη βασική πολιτική της ακροδεξιάς διαχείρισης. Προκειμένου να ανακόψει τις αντιστάσεις από τα κάτω, προωθεί μια ανορθολογική θεώρηση που αποτελεί σάρκα από τη σάρκα της και εντέλει ταυτίζει τις πραγματικές αντιστάσεις με αντιεπιστημονικές και ακροδεξιές αναλύσεις και στάσεις.
Η δε διαμάχη γύρω από τη διαχείριση φυσικών καταστροφών σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση είναι πραγματικά μια άθλια προσπάθεια μεταξύ των δύο πλευρών για να αποποιηθούν τις ευθύνες τους και να στρέψουν τη συζήτηση σε ένα ανούσιο διάλογο γύρω από επικοινωνιακά τεχνάσματα. Το ίδιο άθλια είναι και τα σενάρια από τα κυβερνητικά παπαγαλάκια για στοχευμένα σχέδια εμπρηστών για να βλάψουν την κυβέρνηση. Βέβαια, μέσα από τις καθημερινές αντιδράσεις σκιαγραφήθηκαν και κάποιες κινήσεις του επόμενου διαστήματος, καθώς ο πανικός των εξουσιαστών, η αλλαγή στάσης μερίδας των μέσων μαζικής ενημέρωσης μπροστά στη λαϊκή οργή, η «υπεύθυνη αντιπολίτευση» και η ήδη μεγάλη αγανάκτηση του κόσμου προμηνύουν σημαντικές εξελίξεις στην κεντρική πολιτική σκηνή (που σίγουρα δεν αρχίζουν και τελειώνουν με έναν αποτυχημένο ανασχηματισμό), οι οποίες δεν χρειάζεται να αναλυθούν στο παρόν κείμενο.

1

Λίγα λόγια για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών
Όλη αυτή η καταστροφή φέρνει επίσης στην επιφάνεια διάφορα ζητήματα. Ορισμένα απ’ αυτά θίγονται πραγματικά λίγες φορές, όπως είναι η γενικότερη σχέση ανθρώπου και φύσης και αντίστοιχα η προετοιμασία για την αποτροπή πυρκαγιών και η σωστή αντιμετώπιση όταν αυτή ξεσπάσει.
Αρχικά, λοιπόν, είναι ένα φαινόμενο, το οποίο γίνεται ολοένα και εντονότερο με το πέρασμα των χρόνων στην ύπαιθρο, αυτό της συνεχούς απομάκρυνσης του ανθρώπου από το φυσικό περιβάλλον, γεγονός το οποίο έχει πολλές αιτίες και διάφορα αποτελέσματα, εκ των οποίων το πιο σημαντικό είναι η απώλεια γνώσεων διατήρησης της ισορροπίας της χλωρίδας και της πανίδας, οι οποίες χάνονται στα βάθη των χρόνων. Πλέον έχει επικρατήσει μια στάση που δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το περιβάλλον και εξαφανίζεται σταδιακά η παλιότερη νοοτροπία για τη διατήρηση της φυσικής ισορροπίας ώστε να τα βρουν και οι επόμενες γενιές.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και κατά την εκδήλωση πυρκαγιών, η αλαζονεία της εξουσίας, ο απάνθρωπος και αφύσικος χαρακτήρας της και η αδιαφορία της για το περιβάλλον -καθώς το βλέπει μόνο ως σφαίρα επενδύσεων- δεν επιτρέπει τη χρήση τεχνικών που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές για τον περιορισμό μιας φωτιάς. Για παράδειγμα, απαγορεύεται το άναμμα φωτιάς προς την αντίθετη κατεύθυνση, τεχνική που χρησιμοποιείται προκειμένου να ανακοπεί η ορμή της, ενώ δεν υπάρχουν πολλοί εξειδικευμένοι για το σβήσιμο φωτιάς σε δασική έκταση ούτε επιτρέπεται σε κατοίκους των περιοχών να συνεισφέρουν με τη δική τους εμπειρία. Γιατί όταν καίγεται ένα δάσος, ποιος είναι ο καταλληλότερος για να το προστατεύσει αν όχι οι άνθρωποι που έχουν γεννηθεί μέσα σ’ αυτό, που ξέρουν κάθε μονοπάτι του και κάθε ιδιαιτερότητά του; Τέλος, όσον αφορά τις αντιπυρικές ζώνες, αυτές είτε δεν υπάρχουν είτε είναι ελάχιστες είτε δεν καθαρίζονται. Είπαμε, είναι θέμα προτεραιοτήτων πάνω απ’ όλα.
Απέναντι, λοιπόν, στην εγκληματικότητα κράτους και κεφαλαίου, το μόνο που μένει από τις τελευταίες αυτές μέρες είναι η πραγματική αλληλεγγύη των απλών ανθρώπων, των κατοίκων που προσπαθούν μόνοι τους να σώσουν ό,τι είναι δυνατόν κι όσων βοηθούν με κάθε τρόπο είτε συνεισφέροντας στα μέτωπα με κίνδυνο της ζωής τους είτε συλλέγοντας είδη πρώτης ανάγκης για τους πυρόπληκτους. Απέναντι στα επενδυτικά σχέδια λεηλασίας του φυσικού περιβάλλοντος, στην κρατική αδιαφορία και αδυναμία και τα εγκλήματα των πολιτικοοικονομικών συμφερόντων, αναπτύσσεται η αλληλεγγύη των ανθρώπων της βάσης και των αντιστάσεων των τοπικών κοινωνιών. Κι αυτό είναι το μόνο θετικό στοιχείο που αναδείχθηκε μέσα σε όλη αυτή τη ζοφερή κατάσταση.