Λίγα εισαγωγικά λόγια σχετικά με την ομάδα ενάντια στην πατριαρχία:

Αποτελεί ειδική θεματική ομάδα της ΑΠΟ-ΟΣ και απαρτίζεται από γυναίκες των συλλογικοτήτων που συμμετέχουν στην οργάνωση. Η ομάδα δημιουργήθηκε στα πλαίσια της ΑΠΟ και δραστηριοποιείται από το 2017. Η ανάγκη για την δημιουργία της πηγάζει από τα καθημερινά μας βιώματα, γιατί ως γυναίκες ταυτόχρονα με την καταπίεση και την εκμετάλλευση που επιβάλλεται στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, βιώνουμε και την εκμετάλλευση και καταπίεση των έμφυλων διαχωρισμών. Ως αναρχικές, θεωρούμε τους αγώνες των γυναικών από τα κάτω αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών και ταξικών αγώνων, και προτάσσουμε πως η απελευθέρωση των καταπιεσμένων θα είναι έργο δικό τους, που θα κατακτηθεί μέσα από τις δικές τους προσπάθειες και μάχες, και δεν μπορεί ποτέ να αφεθεί στα χέρια κάποιων ειδικών.

Η κίνησή μας μέσα από την ΑΠΟ δημιούργησε για εμάς ένα πεδίο ζύμωσης, δράσης και συνέχειας στο δρόμο, όπως φαίνεται από τις κινητοποιήσεις που έχουμε πραγματοποιήσει και συμμετάσχει τα τελευταία χρόνια, όπως την 8η Μάρτη και την 25η Νοέμβρη, ημέρα κατά της έμφυλης βίας- αλλά και οι δράσεις αλληλεγγύης με τις αγωνιζόμενες φυλακισμένες γυναίκες. Ταυτόχρονα μας έδωσε τη δυνατότητα να αναπτύξουμε μια διεθνιστική προσέγγιση του γυναικείου ζητήματος όπως αυτό καταγράφεται με την παρουσία μας στην 1η διεθνή συνάντηση αγωνιζόμενων γυναικών που διοργανώθηκε στην Τσιάπας από τις γυναίκες Ζαπατίστας τον Μάρτιο του ’18, ενώ παράλληλα δυναμώσαμε τις συντροφικές μας σχέσεις με τις αναρχικές γυναίκες που αγωνίζονται στην Τουρκία, τις anarkist kandilar.

Ως αγωνιζόμενες, ως αναρχικές και ως γυναίκες δεν έχουμε παρά να σταθούμε αλληλέγγυες η μία στην άλλη και όλες μαζί να οργανωθούμε και να αγωνιστούμε απ’ άκρη σ’ άκρη σε όλη τη Γη μαζί με όλους τους καταπιεσμένους αυτού του κόσμου απέναντι στους καθημερινούς μας δυνάστες. Ο μόνος δρόμος είναι ο διεθνιστικός και οικουμενικός αγώνας των ίδιων των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων, γυναικών και ανδρών, για την καταστροφή του κράτους και του κεφάλαιου, για την κοινωνική επανάσταση. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία συνδέεται με τον ευρύτερο αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση, για τη δημιουργία ενός κόσμου ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας που θα χωρά πολλούς κόσμους.

Το ζαπατιστικό ταξίδι για τη ζωή

Τον Οκτώβριο του 2020, οι Ζαπατίστας ανακοίνωσαν ότι θα διατρέξουν τις γέφυρες της αξιοπρέπειας που ενώνουν τις πέντε ηπείρους, ξεκινώντας το ταξίδι τους από την Ευρώπη. Την 1η Γενάρη 2021, 700 συλλογικότητες συνυπογράψαμε μαζί με τους Ζαπατίστας την ΚΟΙΝΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ:

«Για όλους αυτούς του κοινούς λόγους, και χωρίς να εγκαταλείπουμε τις πεποιθήσεις μας ούτε να πάψουμε να είμαστε αυτό που είμαστε, συμφωνήσαμε τα εξής:

Πρώτο – Να πραγματοποιηθούν συναντήσεις, συζητήσεις, ανταλλαγή ιδεών, εμπειριών, αναλύσεων και εκτιμήσεων μεταξύ όσων, με τις διαφορετικές μας αντιλήψεις και στους διαφορετικούς μας χώρους, δεσμευόμαστε στον αγώνα για τη ζωή. ... Αλλά το να γνωρίσουμε το διαφορετικό είναι επίσης κομμάτι του αγώνα μας και της δέσμευσής μας, είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης μας.

Δεύτερο – […] Όσον αφορά την ευρωπαϊκή ήπειρο (η μεξικάνικη αντιπροσωπεία) θα αποτελείται από το Εθνικό Ιθαγενικό Κογκρέσο-Ιθαγενικό Συμβούλιο Διακυβέρνησης, το Μέτωπο των Λαών για την Υπεράσπιση του Νερού και της Γης των πολιτειών Morelos, Puebla και Tlaxcala και τον EZLN […]» (απόσπασμα)

Στις 2 Μαΐου του 2021, το ταξίδι για την ζωή ξεκίνησε. Από το νησί Μουχέρες (Isla Mujeres), νησί της θεάς Μάγια Ixchel, της θεάς «μάνα-σελήνη, μάνα-αγάπη, μάνα-οργή, μάνα-ζωή» απέπλευσε το πλοίο La Montaña (Το Βουνό) με πορεία το λιμάνι του Βίγκος στη Γαλικία. Εφτά Zαπατίστας, η ναυτική Μοίρα 4-2-1, αποτελούμενη από την Lupita, την Carolina, την Ximena, την Yuli, τον Bernal, τον Dario και τοην Marijose, επιβαίνουν στο πλοίο ως η πρώτη αντιπροσωπεία των ζαπατίστας σε αυτό το Ταξίδι για Ζωή, διανύοντας την αντίθετη πορεία από εκείνη που χάραξαν κάποτε οι κονκισταδόρες, σπέρνοντας το θάνατο στους λαούς των Αμερικών. Σύντομα θα τους ακολουθήσουν αεροπορικώς δεκάδες ακόμα ιθαγενείς Ζαπατίστας, αλλά και μέλη του Εθνικού Ιθαγενικού Κογκρέσου του Μεξικού και του Μετώπου των λαών για την Υπεράσπιση της Γης και των Νερών.

Στις 20 Ιουνίου, το Βουνό κατέπλευσε στην Μπαγιόνα της Γαλικίας ενώ την Τρίτη 22 Ιουνίου έγινε η αποβίβαση στον Βίγκο.

Στις αρχές του Ιουλίου βγήκε και το τελευταίο ανακοινωθέν μέχρι σήμερα, που επιβεβαιώνει και την έναρξη του αεροπορικού ταξιδιού των υπόλοιπων μελών της ζαπατιστικής αντιπροσωπείας. Οι Ζαπατίστας θα κινούνται σε ομάδες σε όλη την Ευρώπη και τα Βαλκάνια με στόχο να επισκεφτούν όσες περισσότερες αντιστάσεις είναι εφικτό. Στην Ελλάδα πιθανολογείται ότι θα βρίσκονται τον Σεπτέμβρη. Από την πλευρά μας, τους έχουμε προσκαλέσει και ανυπομονούμε να τους συναντήσουμε σε πεδία αγώνα, σε από κοινού συζητήσεις αλλά και επισκέψεις σε όλα τα μέρη που οι άνθρωποι αγωνίζονται. Ως ΑΠΟ, συλλογικότητες, στέκια και καταλήψεις, συμμετέχουμε στον πανελλαδικό συντονισμό για την υποδοχή των Ζαπατίστας. Και θα τους υποδεχτούμε στις καταλήψεις και τους χώρους αγώνα, στη Libertatia και τη Mundo Nuevo στη Θεσσαλονίκη, στην Λέλας Καραγιάννη 37 και στο Αναρχικό-αντιεξουσιαστικό στέκι Αντίπνοια στην Αθήνα, στο πάρκο Κύπρου και Πατησίων, σε σημεία αντίστασης στη λεηλασία της φύσης, όπως η Πάρνηθα, ο ποταμός Αχελώος στη Μεσοχώρα της Πίνδου, οι Σταγιάτες στο Πήλιο και οι Σκουριές στη Χαλκιδική, καθώς και σε εκδηλώσεις που σχεδιάζουμε ως ΑΠΟ.

 

zap fest1

 

Ιστορικό

Σχεδόν 500 χρόνια πριν, καλύτερα να μην πούμε σχεδόν, να πούμε 500 χρόνια πριν παρά …ένα μήνα και δύο ημέρες, ακριβώς… στις 13 Αυγούστου του 1521, «υποτίθεται πως κατακτήθηκε», από τους Ισπανούς κονκισταδόρες, αυτό που σήμερα είναι το Μεξικό.

«Στους ιθαγενείς λαούς που σήμερα είναι Ζαπατίστας, ο θάνατος ήταν μια πόρτα που φυτεύτηκε σχεδόν στην αρχή της ζωής». SupMarcos

Υφάρπαξαν τη γη τους και επιχείρησαν να υποδουλώσουν τους ιθαγενικούς λαούς. Τους επέβαλαν νέες μορφές οικογενειακής, κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής, γλωσσικής και θρησκευτικής οργάνωσης, που δεν είχαν καμία σχέση με την κοινωνική οργάνωση των λαών Μάγιας. Έναν δυτικό τρόπο ζωής, με όλες τις πατριαρχικές παραμέτρους. Έτσι, η ιστορία των λαών Μάγιας γίνεται πλέον κομμάτι της ιστορίας του καπιταλιστικού κόσμου. Υποχρεώθηκαν να αποσιωπήσουν, να κρύψουν ή να χάσουν τις επιστημονικές τους γνώσεις και την κουλτούρα τους. Γυναίκες και άνδρες τους εκμεταλλεύονταν, για να εξασφαλιστεί ο φόρος στο ισπανικό στέμμα.

Είπαμε παραπάνω: «υποτίθεται πως κατακτήθηκε». Οι ίδιοι οι Ζαπατίστας λένε «δε μας κατέκτησαν. Συνεχίζουμε να είμαστε σε αντίσταση και εξέγερση».

Να πούμε ότι πολλά από τα στοιχεία που ακολουθούν και παρουσιάζουμε σε αυτή την εισήγηση αντλούνται από την ομιλία της συντρόφισσας Concepcion Suarez, που βρέθηκε στην Ελλάδα την άνοιξη του 2015. Η ομιλία της αυτή, με τίτλο Προκλήσεις για τη γυναικεία απελευθέρωση – Μια ματιά μέσα από τους αγώνες των γυναικών στην Τσιάπας, απομαγνητοφωνήθηκε και παρουσιάζεται πλήρης στην ομώνυμη μπροσούρα που εκδώσαμε τον Φλεβάρη του 2018, αποτελώντας ένα πολύτιμο εργαλείο σκέψης και κριτικής, καθώς προσφέρει μια ματιά στην οπτική των ίδιων των αγωνιζόμενων ιθαγενών γυναικών. Από την συντρόφισσα Κόνι λοιπόν, μαθαίνουμε ότι:

Απέναντι στην εισβολή των Ισπανών υπήρξε πλήθος εξεγέρσεων, όπως του Κανκούκ το 1712, της οποίας ηγήθηκε μια γυναίκα Τσελτάλ από την πολιτεία της Τσιάπας – γεγονός που καταδεικνύει πως ακόμα και 200 χρόνια αφού κατέφτασαν οι Ισπανοί με τις στρατιές τους στη γη των ιθαγενικών λαών, διατηρούνταν ακόμα στη μνήμη τους η αντίληψη πως μία γυναίκα μπορεί να κατέχει πολιτικά ή στρατιωτικά αξιώματα, παρότι η καινούρια κοινωνία που τους δυνάστευε, που τους επέβαλλε πώς να ζουν, δεν συμπεριλάμβανε τις γυναίκες σε αυτούς τους τομείς.

Το 1821 δημιουργήθηκε το κράτος που ονομάστηκε «Ανεξάρτητο Μεξικό», όπου οι απόγονοι των επίδοξων κατακτητών διεκδικούσαν πλέον το δικαίωμα να πλουτίζουν οι ίδιοι, όχι το ισπανικό στέμμα, από την εκμετάλλευση των αυτόχθονων πληθυσμών. Οι ιδέες του κινήματος προέρχονταν από τη Γαλλική Επανάσταση και έθεταν τις βάσεις για την προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Μια επανάσταση που δεν συμπεριέλαβε καν τη διακήρυξη για τα δικαιώματα των γυναικών στη Δύση (και έστειλε στη γκιλοτίνα την Ολυμπία ντε Γκουζ που την κατέθεσε), πόσο μάλλον δεν αφορούσε και δεν συμπεριελάμβανε ευρύτερα τους ιθαγενείς, και φυσικά τις γυναίκες ιθαγενείς, των οποίων η ύπαρξη ούτε καν αναγνωριζόταν.

1910 - Μεξικανική επανάσταση: Βασικό αίτημα του Εμιλιάνο Ζαπάτα και του Πάντσο Βίγια αποτέλεσαν τα εχίδος, προ-αποικιακή μορφή συλλογικής χρήσης της γης από τους ιθαγενείς, που είχαν καταλυθεί με την άφιξη των κονκισταδόρων και κατοχυρώθηκαν στο σύνταγμα του 1917. Παρόλο που η αναδιανομή της γης δεν εφαρμόστηκε ποτέ ολοκληρωτικά με τρόπο που να δικαιώνει το αίμα όσων αγωνίστηκαν γι’ αυτήν, η ύπαρξη των εχίδος αποτέλεσε βάση για την επιβίωση των ιθαγενών χωρικών, επιτρέποντάς τους να δουλεύουν σε γη που με βάση το σύνταγμα δεν μπορούσε να κατακερματιστεί και να πουληθεί.

Και σε αυτόν τον αγώνα συμμετείχαν γυναίκες, παρότι ελάχιστα αναγνωρίστηκε η πραγματική σημασία και το μέγεθος της συμβολής τους. Ωστόσο, παραμένουν ζωντανές στη συλλογική μνήμη. Στην επανάσταση του 1910, η εξουσία για άλλη μια φορά πρόδωσε τους από τα κάτω και δεν άφησε χώρο για αλλαγές σε ό,τι αφορά τις έμφυλες ανισότητες και την έμφυλη κυριαρχία, ούτε για την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας. Από το 1980 και μετά σταδιακά αρχίζουν οι φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις (διεθνείς δανειστές οι ΗΠΑ, 1982).

Μέχρι και το 1994 στην Τσιάπας, τεράστιες εκτάσεις εξακολουθούσαν να βρίσκονται στα χέρια μίας ολιγαρχίας μεγαλογαιοκτημόνων. Τα αφεντικά κρατούσαν στα χέρια τους τη μοίρα και τη ζωή των εργατών γης, που ζούσαν σε συνθήκες ημιδουλείας. Οι γυναίκες ιθαγενείς υφίσταντο μία τριπλή καταπίεση όπως λένε, ταξική, φυλετική και έμφυλη.

zap fest3

 

Μαρτυρίες γυναικών Ζαπατίστας – το πριν, το μετά και το τώρα της εξέγερσης

Οι μαρτυρίες που ακολουθούν προέρχονται από το βιβλίο Compañeras της Hilary Klein, στο οποίο καταγράφονται ιστορίες γυναικών Ζαπατίστας. Το βιβλίο δεν έχει εκδοθεί ακόμα στα ελληνικά. Για τον σκοπό αυτής της εκδήλωσης, επιλέξαμε να μεταφράσουμε από τα αγγλικά ορισμένα αποσπάσματα και να τα διαβάσουμε εδώ, θέλοντας να δώσουμε φωνή στον δικό τους λόγο, να ακούσουμε τις ίδιες να διηγούνται τα βήματα της εξέγερσης.

Amina – Ιθαγενής Τσελτάλ από την περιοχή της Γκαρούτσα. Μεγάλωσε στη finca Las Delicias. Οι φίνκας, γνωστές και ως χασιέντες, είναι μεγάλες εκτάσεις γης, το αντίστοιχο των τσιφλικιών. Οι ιθαγενείς δούλευαν στη γη και στο σπίτι του γαιοκτήμονα – του patron ή αφέντη – ως υπηρέτες. Οι μεγαλύτερες φίνκας στην Τσιάπας είχαν ήδη αρχίσει να παρακμάζουν από τη δεκαετία του 1970, και όταν ξέσπασε η εξέγερση παρέμενε περισσότερο το φάντασμά τους παρά ένα γενικευμένο καθεστώς. Ωστόσο είναι ανεξίτηλες οι μνήμες της καταπίεσης και της οργής που συνοδεύουν γενιές ιθαγενών. Στην συνάντηση γυναικών Comandanta Ramona το 2007, η Αμίνα, μιλάει για τα μακρινά της βιώματα μπροστά σε εκατοντάδες γυναίκες.

«O patron – o αφέντης – μας έστελνε για δουλειά και δεν τον ένοιαζε αν θα πεθάνουμε απ’ τη δουλειά. Οι γονείς μου δούλευαν πολύ σκληρά αλλά πάντοτε ήταν για τον αφέντη. Δεν είχαμε τίποτα να φάμε γιατί ό,τι έβγαζαν από τη δουλειά τους πήγαινε στον αφέντη. (…) Οι γονείς μας δεν είχαν ποτέ γη για να δουλέψουν. Μόνο στις πλαγιές των βουνών – μόνο εκεί μας έδιναν λίγη γη. ‘Πηγαίντε στους λόφους να δουλέψετε, εκεί πηγαίντε να σπείρετε το καλαμπόκι σας’, μας έλεγαν. Αλλά το καλαμπόκι δεν φύτρωνε. Μόλις άρχιζε να βλασταίνει, έρχονταν άγρια ζώα. (…) Έτσι, όταν ο πατέρας μου πήγαινε στο χωράφι, δεν υπήρχε καθόλου καλαμπόκι. (…) Για αυτό ήμασταν τόσο φτωχοί. (…) Παρόλο που δουλεύαμε πολύ σκληρά, πληρωνόμασταν ελάχιστα ή και καθόλου. (…) Κάποιες φορές μας έδιναν μόνο τα αποφάγια της προηγούμενης μέρας ή λίγο αλάτι».

«Αν έκανες κάτι λάθος, μπορούσαν να σε μαστιγώσουν. Η τιμωρία ήταν τόσο βάναυση που λιποθυμούσες από τον πόνο. Δεν τους άρεσε να αντιμιλάς, κι αν το έκανες το πλήρωνες πολύ ακριβά. Τους άντρες μας τους έδεναν γυμνούς στα δέντρα. Τους χτυπούσαν και τους άφηναν εκεί, δεμένους και γυμνούς, για μία ή δύο μέρες. Μας έβαζαν να κάτσουμε γονατιστοί σε μυτερές πέτρες, μέχρι να ματώσουν τα γόνατά μας».

«Οι γυναίκες πήγαιναν στο σπίτι του πατρόν, για να φτιάξουν τορτίγιες. Αλλά ο πατρόν δεν ήθελε τις μεγαλύτερες γυναίκες στην κουζίνα του. Δεν τις ήθελε εκεί γιατί πάντα έπαιρναν μαζί και τα μωρά τους. Ήθελε να δουλεύουν για αυτόν οι νεότερες κοπέλες. Αλλά ο πατρόν είναι κακός, πολύ κακός. Οι κοπέλες είπαν ότι θέλησε να τις βιάσει. Είπαν στις μητέρες και τους πατεράδες τους ότι δεν ήθελαν να ξαναπάνε για δουλειά στην κουζίνα του.(…) Έτσι, πήγαιναν στην κουζίνα οι μητέρες να δουλέψουν στη θέση των κοριτσιών. Αλλά δεν τις άφηνε. Ήθελε να πάνε τα κορίτσια. Μια μέρα, ο πατρόν διέταξε όλους τους πατεράδες να πάνε να φέρουν τις κόρες τους. Για να τις βιάσει. Τους ηλικιωμένους που δεν υπάκουσαν τους κρέμασε στο δέντρο. Έτσι ήταν οι αφέντες. Εκείνον που κρέμασε τους πατεράδες τον έλεγαν Δον Ενρίκε Καστεγιάνος.»

Άλλα κορίτσια αναγκάζονταν να φύγουν για να δουλέψουν ως υπηρέτριες σε σπίτια στην πόλη.

Η Paula αφηγείται:

«Έβλεπα ότι δεν είχαμε τίποτα. Τα πράγματα δεν ήταν όπως τώρα. Τώρα είμαστε λίγο καλύτερα. Τότε, δεν είχαμε παπούτσια και δεν υπήρχαν λεφτά για ρούχα. Έτσι, είπα στον πατέρα μου:

‘Μπαμπά, θα φύγω να πάω να βρω δουλειά, γιατί βλέπω πώς είναι τα άλλα κορίτσια όταν γυρίζουν πίσω. Θέλω κι εγώ παπούτσια και καλά ρούχα.’
‘Πού θα πας; Θα σου λείψει το σπίτι’.

‘Πρέπει να προσπαθήσω, θα φύγω’, είπα εγώ και έφυγα. Αλλά ποτέ δεν το συνήθισα γιατί είναι πολύ διαφορετικό να ζεις στην επαρχία από το να ζεις στην πόλη. Στο σπίτι των kaxlanes [των λευκών], όλα είναι διαφορετικά.

Την πρώτη φορά, πήγα στην Teopisca. To αφεντικό μου δεν το ένοιαζε αν είχα παπούτσια ή όχι. (…). Έμεινα μόνο ένα μήνα στην Teopisca και μετά γύρισα σπίτι γιατί δεν μπορούσα να συνηθίσω. Όταν δουλεύεις υπηρέτρια, πρέπει να υπακούς. Δεν έχει σημασία τι θέλεις και τι δεν θέλεις, πρέπει να κάνεις ό,τι σου λένε. ‘Γι’ αυτό το λόγο σε πληρώνουμε’, σου λένε. Αλλά δεν είχαμε σχεδόν καθόλου ρούχα και ποτέ δεν είχαμε αρκετό φαγητό στο σπίτι, οπότε ξαναέφυγα. Παρόλο που κυριολεκτικά σκοτωνόμασταν στη δουλειά στα χωράφια, ήρθε παγετός και καταστράφηκε όλη η σοδειά μας. Στο σπίτι των kaxlanes, υπήρχε κάτι να φάμε: λίγη σούπα, ρύζι ή άλλα τρόφιμα.

Ύστερα πέρασα πέντε χρόνια δουλεύοντας στο Σαν Κριστόμπαλ. Πήγα και στην Πόλη του Μεξικού. Εγώ στήριζα τον πατέρα μου γιατί δεν είχαμε κανονικό σπίτι. Όταν έβρεχε, ακούγαμε το νερό να στάζει. Κατάλαβα ότι έπρεπε να φύγω. ‘Είμαι ενήλικη πια και πρέπει να βοηθήσω τον πατέρα μου’. Έτσι σκεφτόμουν. Ήμασταν δύο, η μικρή μου αδερφή κι εγώ. Η αδερφή μου έφυγε κι εκείνη, πήγε στην Πόλη του Μεξικού. Εγώ πήγα λίγο αργότερα. Εκεί κέρδιζα εννιακόσια πέσος το μήνα. Στέλναμε λεφτά στον πατέρα μας για να χτίσει σπίτι, αλλά από εμάς εξαρτιόταν. Ήμασταν μόνες μας.

Αργότερα επιστρέψαμε, όταν πρωτοξεκινούσε ο αγώνας. Ο πατέρας μου ήρθε να μας πάρει να γυρίσουμε πίσω, αλλά εγώ δεν ήθελα. Μου είπε ‘κόρη μου, πρέπει να έρθεις σπίτι’.
‘Γιατί;’ τον ρώτησα. ‘Μια χαρά είμαι εδώ’.

‘Πρέπει να έρθεις σπίτι. Υπάρχει πρόβλημα. Θα γίνει πόλεμος’, μου είπε.

‘Δεν θέλω να έρθω. Πώς γίνεται να κερδίσεις έναν πόλεμο όταν δεν ξέρεις τίποτα; Ούτε όπλα δεν έχουμε για να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας’. Ακόμα το θυμάμαι να λέω αυτά τα λόγια στον πατέρα μου.

‘Είναι πολλοί σύντροφοι και έχουν οργανωθεί ήδη’.

‘Όχι’, του απάντησα εγώ. ‘Είμαι καλά εδώ. Αν εσύ θέλεις να κάνεις κάτι τέτοιο, εντάξει. Εγώ δεν θέλω να ανακατευτώ’.

Ο πατέρας μου έφυγε. Ξαναήρθε και δεύτερη φορά, αλλά μόνο όταν τον άκουσα για τρίτη φορά κατάλαβα τι μου έλεγε.

‘Θέλω να μάθω πράγματα’, του έλεγα. ‘Αν δεν πάω πουθενά, δεν θα μάθω τίποτα. Αν μείνω στο σπίτι, θα παραμείνω αδαής για όλη μου τη ζωή’.

‘Ναι, κόρη μου, καταλαβαίνω», μου είπε. ‘Τώρα όμως υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε για όλα αυτά. Δεν είναι δίκαιο που οι πλούσιοι είναι πάντα από πάνω κι εμείς πρέπει να περνάμε έτσι όλη μας τη ζωή’.

Άρχισα να καταλαβαίνω τι έλεγε ο πατέρας μου, ότι υποφέραμε, ότι μας καταπίεζε η κυβέρνηση. Μου εξήγησε πολλά πράγματα, σχετικά με τις συνθήκες ζωής μας και τους λόγους που είχε χρειαστεί να φύγω απ’ το σπίτι για να βρω δουλειά.

‘Νομίζω πως ο πατέρας μου έχει δίκιο’, είπα μέσα μου. Και γι’ αυτό γύρισα. Κατάλαβα τελικά ότι υπάρχει μια οργάνωση και ότι κάνει κάτι καλό για το λαό μας. Έτσι επέστρεψα σπίτι και μπήκα στην οργάνωση. Αυτό έγινε το 1992. Ήμουν στον EZLN για ένα χρόνο πριν το 1994».

Το 1994, όταν ξέσπασε η εξέγερση, η Paula ήταν μόλις είκοσι χρονών.

Από τη δεκαετία του 1970 είχαν δημιουργηθεί οι πρώτες ομάδες γυναικών στην Τσιάπας, ξεκινώντας μια μακρά διαδρομή με στόχο να ορίσουν ποια ήταν τα προβλήματά τους, να αναλύσουν τις βαθιές ρίζες της κατάστασης που βίωναν και να εντοπίσουν από κοινού ενδεχόμενες λύσεις, ενώ πολλές γυναίκες συμμετείχαν δυναμικά στους αγώνες που οργανώνονταν με αντικείμενο μεγάλες ανάγκες τις κοινότητας, όπως ο αγώνας για τη γη, ζήτημα που επανερχόταν διαρκώς. Από το 1983, που σχηματίστηκε ο EZLN στην παρανομία, ως το 1994, η δουλειά των γυναικών ήταν διαρκής. Καταρχάς, να πούμε ότι στην οργάνωση συμμετείχαν εξαρχής γυναίκες. Κάποιες προέρχονταν από αντάρτικες ομάδες στην πόλη του Μεξικού και άλλες ήταν οργανωμένες σε αγώνες ιθαγενών γυναικών στην Τσιάπας. Σταδιακά, ο αριθμός των γυναικών στον EZLN αυξανόταν, κατά το διάστημα της μυστικής προετοιμασίας της εξέγερσης. Μέσα από την οργάνωση μορφώνονταν, μάθαιναν να διαβάζουν και να γράφουν, έφευγαν για κάποιο διάστημα στην πόλη για να σπουδάσουν, ζυμώνονταν.

Η Comadanta Victoria διηγείται:

«Το 1990, με κάλεσαν να παρακολουθήσω ένα σεμινάριο για την υγεία. Αποφάσισα να πάω, εξαιτίας των προβλημάτων που είχε αντιμετωπίσει η οικογένειά μου. Ποτέ δεν υπήρχαν χρήματα να αγοράσουμε φάρμακα και δεν ήξερα τότε για τα φαρμακευτικά βότανα. Έψαξα να βρω μεροκάματα για να πληρώνω το εισιτήριο του λεωφορείου και να πηγαίνω. Ο πατέρας μου επίσης με στήριζε, βάζοντας κι αυτός ένα μικρό ποσό όταν μπορούσε, για να συνεχίσω να παρακολουθώ τα μαθήματα. Έκανα μαθήματα μαιευτικής με έναν γιατρό. Αργότερα άρχισα να βοηθάω σε γέννες και συνεχίζω να βοηθάω γυναίκες.

Το 1991, ο ίδιος άνθρωπος που με είχε καλέσει στο εργαστήριο για την υγεία, μου μίλησε για μια οργάνωση που παλεύει ενάντια στην αδικία και με ρώτησε τι γνώμη έχω. Μου ζήτησε να σκεφτώ αν θα ήθελα να συμμετάσχω στην οργάνωση. Από τότε που ήμουν κοριτσάκι, έβλεπα ανθρώπους στην οικογένειά μου να αρρωσταίνουν επειδή δεν είχαν να φάνε κι ύστερα να μην έχουν καθόλου φάρμακα. Όταν ήμουν παιδί, είδα την μικρή μου αδερφή να πεθαίνει στα χέρια της μαμάς μου κι εκείνη να κλαίει για την κόρη της. Όλα αυτά τα βάσανα που έβλεπα με είχαν γεμίσει θυμό, γιατί τόσοι φτωχοί πέθαιναν αλλά οι άνθρωποι που είχαν λεφτά δεν πέθαιναν από ιάσιμες ασθένειες. Έτσι αποφάσισα να μπω στον αγώνα. Ένιωθα ότι δεν είχα άλλη επιλογή, γιατί μόνο αν είμαστε οργανωμένοι και ενωμένοι θα καταφέρουμε να βάλουμε τέλος σε αυτήν την αδικία.

Άρχισα να πηγαίνω στις συναντήσεις της οργάνωσης. Όταν ήταν να γίνει κάποια συνάντηση σε άλλο χωριό, εκείνος ο σύντροφος με ενημέρωνε. Είτε πούλαγα καμιά από τις κότες μας είτε έβρισκα κανένα μεροκάματο για να πληρώσω το εισιτήριο του λεωφορείου. Άλλες φορές μου έδιναν οι σύντροφοι χρήματα για το εισιτήριο, όχι πάντα όμως, γιατί δεν ήμασταν πολλοί. Στο χωριό μου ήμασταν μόνο πέντε σύντροφοι και εφόσον ταξιδεύαμε δύο για τη συνάντηση, δεν έφταναν και για τους δυο μας. Πήγαινα πάντοτε στις συναντήσεις και ήμουν πολύ ενθουσιασμένη γιατί μάθαινα τόσα πολλά για την οργάνωσή μας και εξηγούσαν τα πάντα για την πολιτική κατάσταση. Όταν επιστρέφαμε στο χωριό, μαζευόμασταν οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες και μοιραζόμασταν όλα τα νέα από τη συνάντηση, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών και των συμφωνιών, και εξηγούσαμε ότι οι γυναίκες πρέπει να αγωνιστούν για να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους.

Ορισμένοι άντρες δεν καταλάβαιναν για ποιο λόγο χρειαζόταν να συμμετέχουν και οι γυναίκες στις συναντήσεις. Έλεγαν ότι αρκούσε να πάνε οι άντρες κι αργότερα, όταν γύριζαν σπίτι, θα εξηγούσαν στις γυναίκες τι έγινε, αφού μένανε μαζί. Εγώ έλεγα στους άντρες ότι έπρεπε να πηγαίνουν και οι γυναίκες στις συναντήσεις γιατί η συμμετοχή τους ήταν πολύ σημαντική και ότι και στις άλλες περιοχές συμμετείχαν οι γυναίκες.

Εκείνος ο σύντροφος με υποστήριζε γιατί στην αρχή μου ήταν δύσκολο. Πάντα έλεγε σε εμένα να κάνω τις ενημερώσεις όταν γυρνούσαμε από τη συνάντηση. Μερικές φορές ξεχνούσα κάτι καθώς ήμουν πολύ αγχωμένη και ακόμα πίστευα ότι οι άντρες ξέρουν καλύτερα από μένα. Και τότε εκείνος συμπλήρωνε ότι είχα ξεχάσει. Στους άντρες δεν άρεσε αυτό και έλεγαν ότι θα έπρεπε να μιλάει εκείνος εξαρχής γιατί όταν μιλούσα εγώ ήταν χάσιμο χρόνου. Αλλά ο σύντροφος δεν τους έδινε σημασία και συνέχιζε να μου λέει να μιλήσω πρώτη εγώ.

(…) Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, το 1994, έφυγα να πολεμήσω μαζί με τους άλλους και τις άλλες πολιτοφύλακες».

Και άλλες γυναίκες «ανέβαιναν στο βουνό», όπως λένε, αντάρτισσες πια, για στρατιωτική εκπαίδευση..

Η Hilary Klein περιγράφει την ιστορία της Isabel, μίας από τις πρώτες γυναίκες που εντάχθηκαν στον EZLN. To 1984, όταν ήταν δεκατεσσάρων χρονών, έφυγε από το σπίτι της για να γίνει αντάρτισσα. Στην εξέγερση, δέκα χρόνια αργότερα, ηγήθηκε ενός τάγματος. Παρέμεινε κομαντάντα για πολλά χρόνια αργότερα. Η ίδια διηγείται πώς αναγκάστηκε να μεγαλώσει πολύ γρήγορα εξαιτίας των συνθηκών, της φτώχειας, της έλλειψης παιδείας. Αγαπούσε τη μάθηση και πήγαινε σχολείο, ενώ παράλληλα δούλευε στα χωράφια, καλλιεργώντας καλαμπόκι, και φρόντιζε τα μικρότερα αδέρφια της.

«Όταν με κάλεσαν να ενταχθώ στην οργάνωση, είπα μέσα μου: ‘Καλύτερα να αφήσω πίσω τους δασκάλους μου. Θέλω να μάθω περισσότερα, να πάω μπροστά, αλλά…’ Υπάρχει πάντα ένα ‘αλλά’, έτσι δεν είναι; Πρέπει να αφήσεις πίσω σου τα πάντα, την οικογένεια, τη δουλειά σου, την κοινοτική ζωή, τα πάντα. Αποσπάσαι από το περιβάλλον σου, βρίσκεσαι μακριά από όλα αυτά. Ήμουν δεκατεσσάρων χρονών. Ήθελα να γίνω καλύτερη ως άνθρωπος, να βελτιωθώ, αλλά ήταν κάτι που με πονούσε. Ήταν δύσκολο να τα αφήσω όλα πίσω. Δέχτηκα εκείνη την αλλαγή γιατί είχα δει τα βάσανα όλων των γυναικών γύρω μου: της μητέρας μου, των αδελφών μου, των θείων και των γιαγιάδων μου. Έβλεπα πόσο άδικες ήταν οι δικές τους ζωές. Κι έτσι σκέφτηκα: ‘Γιατί όχι τώρα; Στα δεκατέσσερά μου, γιατί να μη δεσμευτώ στο να κάνω κάτι μέσα από αυτή την οργάνωση που λεγόταν EZLN;’ (…)»

«Έναν χρόνο αφότου άρχισα να συμμετέχω και να σπουδάζω μαζί με τους συντρόφους, έπρεπε να πάρω μια ακόμα απόφαση: να μείνω στην πόλη και να συνεχίσω να σπουδάζω και να μαθαίνω για την οργάνωση και την πολιτική ή να φύγω για το βουνό. Ο EZLN δεν υπήρχε για μεγάλο διάστημα τότε, ήταν μόνο ένας χρόνος. Δημιουργήθηκε το 1983 κι εγώ εντάχθηκα το 1984. Πέρασα το 1984 στην πόλη και το 1985 ανέβηκα στο βουνό. Κι εκεί άρχισε άλλο είδος εκπαίδευσης, όλα πάλι από την αρχή! (γέλια) Αυτή τη φορά όμως ήταν λιγότερο μελέτη και περισσότερο εκπαίδευση στα όπλα και στην ευθύνη που συνοδεύει αυτή τη δέσμευση. Ακολούθησαν τα πολιτικο-στρατιωτικά μαθήματα. Βρέθηκα εκεί και κατάλαβα ότι εκεί ήθελα να είμαι, έτσι να ζήσω τη ζωή μου. Άρχισα να συμμετέχω, όχι μόνο ως γυναίκα αλλά και ως πολεμίστρια».

Εκείνες οι πρώτες γυναίκες αντάρτισσες στάθηκαν καταλυτικές για την εξάπλωση του ζαπατισμού στον γυναικείο πληθυσμό των ιθαγενών της Τσιάπας, αλλά και για τη διαμόρφωση του ίδιου του EZLN, του τρόπου λειτουργίας του και των περιεχομένων του. Η Isabel διηγείται πώς κατέβαιναν από το βουνό για να έρθουν σε επαφή με γυναίκες από τις κοινότητες.

«Ήμουν μαζί με δύο ακόμα γυναίκες – και οι δύο ιθαγενείς. Ήμασταν πολύ μικρή ομάδα. Χρειάστηκε να μάθουμε τα πάντα, για την πολιτική, την κουλτούρα, τα πάντα, ώστε όταν θα είχαμε εκπαιδευτεί σε όλους εκείνους τους τομείς να μπορούμε να μοιραστούμε τις γνώσεις μας με τις γυναίκες στα χωριά. Όταν πια είχα μάθει πώς να συμμετέχω και να εκφράζω τις απόψεις μου, οι σύντροφοι είπαν πως ήμουν έτοιμη να πάω να μιλήσω με τις άλλες γυναίκες. Δεν μου ήταν δύσκολο γιατί ήμουν εξοικειωμένη με τον τρόπο ζωής εκείνων των συντροφισσών. Την ίδια ζωή είχα βιώσει κι εγώ, με σάρκα και οστά, από όταν ήμουν κοριτσάκι. Υπήρχαν πολλά που δεν ήξερα ακόμα, ό,τι είχα μάθει όμως ήθελα να το μοιραστώ και να το εξελίξω μαζί τους. Ήθελα ακόμα να διώξω έτσι μακριά τον πόνο και τη θλίψη που ένιωθα αφήνοντας πίσω την οικογένεια και την κοινότητά μου για να γίνω αντάρτισσα Ζαπατίστα, να πάρω αυτά τα συναισθήματα και να τα μετατρέψω σε κάτι που θα είχε αξία και για άλλους ανθρώπους.

Οι γυναίκες από τα χωριά μας έκαναν αμέτρητες ερωτήσεις. «Πώς είναι; Πώς φέρονται ο ένας στον άλλον άντρες και γυναίκες; Παντρεύεστε ή δεν παντρεύεστε; Τι κάνατε όταν σας έρχεται περίοδος;» Πω πω! Ατελείωτη λίστα ερωτήσεων! Έπρεπε να δημιουργήσουμε το έδαφος προκειμένου να μπορέσουν να μας ανοιχτούν κι εμείς να εξηγήσουμε τα πάντα.
Μας ρωτούσαν πώς ήταν δυνατόν να ζούμε στα βουνά παρέα με ομάδες αντρών. Δυσκολεύονταν να το καταλάβουν. Κι εμείς οι ίδιες νιώθαμε έτσι καμιά φορά, ότι ίσως κάναμε κάτι πολύ δύσκολο. Γινόταν όμως ευκολότερο επειδή βρισκόμασταν εκεί για έναν σκοπό, για κάτι που θέλαμε να υπερασπιστούμε και ήταν σημαντικό για μας. Επίσης υπήρχε μεγάλη συντροφικότητα μέσα στην ομάδα, ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες εξίσου, καθώς και σεβασμός, υπομονή ίσως, και αγάπη για τη δουλειά που κάναμε αλλά και μεταξύ μας – ειδικά επειδή αυτή η δουλειά ήταν σημαντική, ταυτόχρονα όμως και επικίνδυνη. Γνωρίζαμε ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί κάτι στον καθένα μας. Στο μεταξύ, ωστόσο, είχαμε το χώρο, το χρόνο και τη δυνατότητα να κάνουμε κάτι σημαντικό για το λαό μας, κι αυτό είναι κάτι πολύ ισχυρό, καταλαβαίνεις;

Οι γυναίκες ήθελαν να μάθουν τα πάντα για τη ζωή μας στο βουνό. Είχαν αμέτρητα ερωτήματα. Μας ρωτούσαν αν μας έλειπαν οι οικογένειές μας, το σπίτι μας. Ήθελαν να μάθουν από εμάς. Πολλές γυναίκες, μετά από εκείνες τις ερωτήσεις, αποφάσισαν να ακολουθήσουν τα βήματά μας και επέλεξαν το δρόμο που είχαμε πάρει κι εμείς».

Η έκβαση του αγώνα ή οι διεργασίες προετοιμασίας του δεν συνεπάγονταν την αυτόματη βελτίωση της θέσης των γυναικών και των ιδιαίτερων συνθηκών που αντιμετώπιζαν, έδωσε όμως ώθηση στο να αναδειχθεί και να καταπολεμηθεί αυτό το κενό. Το 1993, μετά από συλλογικές διεργασίες στις ιθαγενικές κοινότητες συντελείται μια «εξέγερση πριν την εξέγερση». Είναι ο Επαναστατικός Νόμος των Γυναικών.

Η Isabel μιλάει για τη διαδικασία που προηγήθηκε της ψήφισής του:

«Αρχίσαμε να οργανώνουμε συζητήσεις, όχι μόνο μεταξύ των γυναικών, αλλά και με όλη την κοινότητα. Χρειαζόταν πολλή δουλειά. Καταρχήν έπρεπε να εξηγήσουμε το λόγο ύπαρξης μιας τέτοιας οργάνωσης. Με άλλα λόγια, να διαπαιδαγωγήσουμε και να καλλιεργήσουμε συνειδήσεις. Πάντοτε όμως μιλούσαμε στις γυναίκες και για τα δικά τους δικαιώματα και για το πώς να εφαρμόσουν στην πράξη το δικαίωμά τους στη συμμετοχή, όταν ο άντρας τους ή ο πατέρας τους εξακολουθούσε να μην καταλαβαίνει ή δεν έβλεπε για ποιο λόγο να ζήσουμε διαφορετικά από τον τρόπο που ζούσαμε ως τότε. Πιστεύω ότι ήταν δύσκολο για τους άντρες. (γέλια). Ήταν πολύ μεγάλη αλλαγή. Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Έπρεπε να κάνεις στην άκρη όλα όσα σου είχαν μάθει οι γονείς, οι παππούδες και οι προπαππούδες σου σχετικά με το τι σημαίνει γυναίκα.

Οπότε ναι, αρχίσαμε να έχουμε προβλήματα με τους άντρες. Λέγαμε στις γυναίκες ότι έχουν δικαιώματα και αναλύαμε μαζί τους με ποιο τρόπο θα γίνονταν πραγματικότητα. Υπάρχουν άντρες που μπορούν το δεχτούν αυτό και άλλοι που αναρωτιούνται: «Αυτή η αλλαγή θα έχει αντίκτυπο πάνω μου; Θα αλλάξει το πώς έχουν τα πράγματα για τη γυναίκα μου και την κόρη μου;’ Το διάστημα που κάναμε εκείνη την πολιτική και παιδαγωγική δουλειά, είχαμε μπει σε μια περίοδο όπου οι γυναίκες είχαν αρχίσει να καταλαβαίνουν, να είναι περισσότερο συνειδητοποιημένες και να παίρνουν αποφάσεις, να συμμετέχουν πιο ενεργά στις συνελεύσεις, κι έτσι γεννήθηκε ο Επαναστατικός Νόμος των Γυναικών».

Η Hilary Klein επισημαίνει ότι ο νόμος αυτός δεν γράφτηκε από την Isabel ή τις άλλες αντάρτισσες. Εκείνες απλά βοήθησαν παρακολουθώντας συνελεύσεις, μεταφράζοντας και συντονίζοντας, ώστε να συγκεντρωθούν ιδέες και αιτήματα των γυναικών από όλα τα ζαπατιστικά εδάφη. Κάθε περιοχή έφτιαξε ένα δικό της προσχέδιο του νόμου, στη συνέχεια συγκέντρωσαν όλα τα προσχέδια, τα έστειλαν σε κάθε περιοχή για αναθεώρηση και μετά τα ξανασυνέλεξαν σε ένα κείμενο. Το 1993 ψηφίστηκε από την Παράνομη Επαναστατική Ιθαγενική Επιτροπή (CCRI), το ανώτατο πολιτικό όργανο του EZLN, και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα La Jornada τo 1994, λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης.

Ο subcomandante Marcos έγραφε τότε:

«Όταν η CCRI συνήλθε για να ψηφίσει τους νόμους, σηκώθηκαν να μιλήσουν όλες οι επιτροπές: για την Δικαιοσύνη, την Αγροτική Μεταρρύθμιση, τον Φόρο Πολέμου, τα Δικαιώματα και τις Υποχρεώσεις του Αγωνιζόμενου Λαού και για τις Γυναίκες. Η Σουζάνα είχε αναλάβει να παρουσιάσει τις προτάσεις που είχε συγκεντρώσει από χιλιάδες ιθαγενείς γυναίκες. Άρχισε να διαβάζει και καθώς διάβαζε η συνέλευση της CCRI γινόταν όλο και πιο ανήσυχη. Άκουγες μουρμουρητά και σχόλια. Στις γλώσσες Τσολ, Τσοτσίλ, Τοχολαμπάλ, Μαμ και Ζόκε, και στα ισπανικά, τα σχόλια έδιναν κι έπαιρναν. Η Σουζάνα, ακάθεκτη, συνέχιζε την κατά μέτωπο επίθεση στους πάντες και τα πάντα: ‘Δεν θέλουμε να εξαναγκαζόμαστε να παντρευτούμε κάποιον που δεν θέλουμε. Θέλουμε να κάνουμε όσα παιδιά επιθυμούμε εμείς και όσα μπορούμε να φροντίσουμε. Θέλουμε το δικαίωμα να έχουμε θέσεις στις αρχές της κοινότητας. Θέλουμε να έχουμε δικαίωμα να παίρνουμε το λόγο και να είμαστε σεβαστές για τις απόψεις μας. Θέλουμε το δικαίωμα να σπουδάζουμε, ακόμα και να οδηγούμε’.

Και συνέχισε έτσι μέχρι το τέλος. Όταν τελείωσε απλώθηκε βαριά σιωπή. Ο Επαναστατικός Νόμος των Γυναικών που μόλις είχε διαβάσει η Σουζάνα σήμαινε μια πραγματική επανάσταση για τις ιθαγενικές κοινότητες. Οι απεσταλμένες από τις γυναικείες αντιπροσωπείες άκουγαν ακόμα τη μετάφραση του λόγου της Σουζάνας στις αντίστοιχες ιθαγενικές τους γλώσσες. Οι άντρες κοιτάζονταν μεταξύ τους, νευρικοί και ανήσυχοι. Ξαφνικά, σχεδόν την ίδια στιγμή, οι μεταφράσεις ολοκληρώθηκαν και σε μια ταυτόχρονη κίνηση οι γυναικείες αντιπροσωπείες άρχισαν να χειροκροτούν και να μιλούν μεταξύ τους. Περιττό να πούμε ότι ο Νόμος των Γυναικών εγκρίθηκε ομόφωνα.

Ένας άντρας, ιθαγενής Τσελτάλ, ακούστηκε να λέει: «Πάλι καλά που η γυναίκα μου δεν καταλαβαίνει γρυ ισπανικά, γιατί αλλιώς…» Τότε, μια γυναίκα αντάρτισσα, ιθαγενής Τσοτσίλ, με βαθμό ταγματάρχη πεζικού, τον διέκοψε: «Την πάτησες, θα μεταφραστεί σε όλες τις ιθαγενικές γλώσσες». Ο σύντροφος χαμήλωσε το βλέμμα του. Οι γυναικείες αντιπροσωπείες τραγουδούσαν και οι άντρες έξυναν το κεφάλι τους. Εγώ, συνετά και φρόνιμα, κάλεσα σε διακοπή της συνεδρίασης. Η πρώτη εξέγερση του EZLN έγινε τότε, τον Μάρτιο του 1993, με επικεφαλής τις γυναίκες Ζαπατίστας. Δεν υπήρξαν απώλειες και κέρδισαν».

Το 1992, υπογράφεται η συνθήκη της NAFTA, που θα τίθετο σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου του 1994 και η οποία καταργούσε μεταξύ άλλων τα εχίδος και επέτρεπε το ξεπούλημα της γης. Καθόλου τυχαία, την ίδια μέρα ξεσπά η ζαπατιστική εξέγερση, με τον EZLN να εμφανίζεται για πρώτη φορά δημόσια, καταλαμβάνοντας επτά πόλεις της πολιτείας της Τσιάπας. «Το χάραμα της πρώτης ημέρας του πρώτου μήνα του έτους 1994, ένας στρατός από γίγαντες, δηλαδή από εξεγερμένους ιθαγενείς κατέβηκε στις πόλεις για να συνταράξει τον κόσμο με το βήμα του».

Τα λόγια που ακολουθούν ανήκουν στην ταγματάρχη Anna Maria – επικεφαλής στη στρατιωτική κατάληψη του Σαν Κριστόμπαλ την Πρωτοχρονιά του 1994 – και προέρχονται από συνέντευξή της λίγες μέρες μετά την εξέγερση.

«Ψηφίσαμε και αποφασίσαμε να πάμε σε πόλεμο, οπότε αρχίσαμε να προετοιμάζουμε τις τακτικές μας. Εγώ πρέπει να ριχτώ πρώτη στη μάχη, πριν από τους συντρόφους, γιατί είμαι επικεφαλής και πρέπει να δώσω το παράδειγμα. Διοικώ μια μεγάλη μονάδα πολλών milicianos (πολιτοφύλακες), πάνω από χίλια άτομα. Η μονάδα μας είναι χωρισμένη σε μικρότερες μονάδες, που η καθεμιά τους έχει δικό της διοικητή. Κάθε διοικητής λαμβάνει οδηγίες. Οδηγίες πού να επιτεθούν και τα λοιπά, και ο καθένας ξέρει τι πρέπει να κάνει. Στην κατάληψη του Σαν Κριστόμπαλ κάποιοι έστησαν μπλόκα και οδοφράγματα για να υπερασπιστούν τους δρόμους εισόδου και εξόδου από την πόλη. Κάθε μονάδα έφερε σε πέρας τη δική της αποστολή. Άλλοι κατέλαβαν το δημαρχιακό μέγαρο».

Οι Ζαπατίστας κατέλαβαν το Σαν Κριστόμπαλ για 48 περίπου ώρες και διέφυγαν έγκαιρα, αποφεύγοντας ισχυρά πλήγματα από τον μεξικανικό στρατό. Η κατάληψη του Οκοσίνγκο, όμως, ήταν μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα να γκρεμίσουν τη βασική γέφυρα που ενώνει την περιοχή με το βορρά, οι Ζαπατίστας βρέθηκαν παγιδευμένοι στο κέντρο της πόλης, όταν μεξικανικά στρατεύματα από τη Βιλαχερμόζα έκαναν έφοδο. Υπολογίζονται σε πενήντα οι απώλειες του EZLN, ενώ ο μεξικανικός στρατός σκότωσε δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες ακόμα πολίτες. Η εικόνα πέντε νεαρών Ζαπατίστας, εκτελεσμένων με μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, να κείτονται με το πρόσωπο στο έδαφος και τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα καταμεσής της αγοράς, προκάλεσε ένα συλλογικό ρίγος ανατριχίλας στη ραχοκοκαλιά του μεξικανικού λαού, γράφει η Hilary Klein.

H Isidora, αντάρτισσα του ΕΖLN, περιγράφει τις αιματηρές μάχες στο Οκοσίνγκο:

«Οι στρατιώτες μπήκαν στο Οκοσίνγκο στις 2 Ιανουαρίου το απόγευμα. Είχαμε πάρει θέσεις στην αγορά και ο ταγματάρχης Μάριο μας ενημέρωσε ότι κατέφτανε ο στρατός. O λοχαγός Μπενίτο, που έχασε το ένα του μάτι εκείνη την ημέρα, μας είπε να μην εγκαταλείψουμε τις θέσεις μας αν δεν λάβουμε οδηγίες από τον διοικητή μας. Εισέβαλαν πάνω από είκοσι φορτηγά γεμάτα στρατιώτες. Αρχίσαμε να ρίχνουμε με τα όπλα. Ήμουν στην πρώτη γραμμή και είχα υπό τις διαταγές μου σαράντα πολιτοφύλακες. Μάθαμε ότι ο λοχαγός Μπενίτο και η λοχαγός Ελίζα τραυματίστηκαν. Έτσι έμεινα μόνη μου σε εκείνο το σημείο, χωρίς κανέναν επικεφαλής, και έπρεπε να διατηρήσω εγώ τον έλεγχο των μαχητών μου. Στις εννέα το βράδυ ήμασταν πλέον όλοι τραυματίες. Εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα τι να κάνω. Είχα κι εγώ θραύσματα από χειροβομβίδα στην πλάτη και στον καρπό μου και είχα χτυπηθεί από σφαίρα στο πόδι. Κατάφερα ωστόσο να συρθώ, παρόλο που δεν μπορούσα να περπατήσω. Έπρεπε να καταφέρω κάπως να απομακρύνω όλους τους τραυματίες από το σημείο. Είπα μέσα μου: ‘Όσο είμαι ακόμα ζωντανή, δεν πρόκειται να τους αφήσω εδώ. Αν μείνουν εδώ, θα τους σκοτώσουν’».

Ο Marcos, δήλωνε αργότερα ότι η Ισιδώρα ήταν εκείνη που διέσωσε τη μονάδα της, μια μονάδα αποτελούμενη αποκλειστικά από άντρες πολιτοφύλακες, εκ των οποίων σαράντα ήταν τραυματίες. Όπως λέει, η Ισιδώρα, αφού δέχτηκε τις πρώτες ιατρικές φροντίδες κι ενώ ακόμα αιμορραγούσε, σηκώθηκε όρθια, γέμισε το όπλο της και είπε ότι πάει στο Οκοσίνγκο να φέρει και τους υπόλοιπους συντρόφους. Χρειάστηκε να τη θέσουν υπό κράτηση για να τη σταματήσουν.

Εκτός από τις αντάρτισσες που πήραν μέρος στην κατάληψη των πόλεων, εκατοντάδες γυναίκες από τις ζαπατιστικές βάσεις στήριξης, έμειναν πίσω στις κοινότητες, βοήθησαν ως ασυρματίστριες, παρείχαν τις πρώτες βοήθειες σε τραυματίες, έστησαν μπλόκα στις κεντρικές αρτηρίες για να παρεμποδίσουν τη διέλευση του στρατού. Αρκετές φορές ήταν μόνες τους σε εκείνα τα οδοφράγματα, κυρίως νεαρά κορίτσια, όσες δεν είχαν παιδιά, αφού οι περισσότεροι άντρες της κοινότητας είχαν φύγει στις μάχες, ενώ ηλικιωμένοι και παιδιά είχαν βρει καταφύγιο στα βουνά.

Και τα επόμενα χρόνια, στη μεγάλη επίθεση του μεξικανικού στρατού στις κοινότητες το 1995, αλλά και στις επιθέσεις των παραστρατιωτικών ομάδων και του στρατού το 1997-1998, που επιχειρούσαν την εξόντωση των εξεγερμένων, οι γυναίκες στις κοινότητες, αποφασισμένες να μην αφήσουν ανυπεράσπιστα όσα κερδήθηκαν με το αγώνα, ήταν εκείνες που έβγαιναν μπροστά και πολλές φορές αναχαίτισαν τα τανκ με πέτρες, ελλείψει πυρομαχικών.

Από τότε μέχρι σήμερα, δηλαδή πριν την εξέγερση, κατά την προετοιμασία της μέχρι την οικοδόμηση και υπεράσπιση της Αυτονομίας, οι γυναίκες Ζαπατίστας κατάφεραν να ανατρέψουν ένα καθεστώς που επικρατούσε για αιώνες. Με τη συμμετοχή τους σε όλα τα πεδία της Αυτονομίας, στην εργασία στη συλλογική γη, στις δομές υγείας και εκπαίδευσης, στις τέχνες, στα συμβούλια της καλής διακυβέρνησης. Και όπως λένε, ακόμα κι αν εξακολουθούν να έχουν αρκετά να παλεύουν στο εσωτερικό των κοινοτήτων, προσπαθούν να μολύνουν με καλές ιδέες, με συζητήσεις, τους άντρες που είναι επηρεασμένοι από τις ιδέες του συστήματος. Να σημειώσουμε ότι, εδώ και χρόνια δεν έχει καταγραφεί καμία γυναικοκτονία στα εξεγερμένα ζαπατιστικά εδάφη, σε αντίθεση με τη φρικτή πραγματικότητα σε όλον τον κόσμο.

Με τις γυναίκες Ζαπατίστας συναντιόμαστε σε μια αντίληψη που βλέπει το ζήτημα της γυναικείας χειραφέτησης ως αναπόσπαστο κομμάτι του αγώνα για την ελευθερία. Απέναντι σε μια θέση που περιορίζει την έμφυλη καταπίεση στη σφαίρα των διαπροσωπικών σχέσεων και των θεσμικών διεκδικήσεων, οι ίδιες μιλούν για τον αγώνα, για κάθε πτυχή του, χωρίς να τον κατακερματίζουν. Όπως ένας αγώνας χωρίς γυναίκες δεν θα ήταν για τον λαό, αλλά για τους άνδρες, έτσι και η χειραφέτηση των γυναικών δεν μπορεί να επιτευχθεί σε ένα πεδίο κρατικής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας, αλλά σε ένα κόσμο που θα παλεύει για να ανατρέψει και θα ανατρέπει το σύνολο των εξουσιαστικών σχέσεων.

Οι γυναίκες Ζαπατίστας με τα λόγια και τη διαδρομή τους, αναδεικνύουν τη δική τους πραγματικότητα, ως γυναίκες, ιθαγενείς και εξεγερμένες, ενώ ταυτόχρονα χτίζουν μια διεθνιστική οπτική. Το 2018 διοργάνωσαν στο caracol της Μορέλια, την πρώτη συνάντηση γυναικών που αγωνίζονται, φιλοξενώντας στα εδάφη τους 7.000 γυναίκες από το Μεξικό και τον κόσμο. Όσες από εμάς καταφέραμε να φτάσουμε – καθώς δύο συντρόφισσες απελάθηκαν αμέσως μόλις προσγειωθήκαμε στο Μεξικό – είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε μια μικρή γεύση της δύναμης της αυτοοργάνωσης και της αλληλεγγύης των γυναικών με την εξεγερμένη αξιοπρέπεια.

Από εκείνη τη συνάντηση είναι τα απόσπασμα που ακολουθεί… κάποια από τα λόγια με τα οποία μας υποδέχτηκαν στην εναρκτήρια ομιλία τους οι γυναίκες Ζαπατίστας:

Comandanta Erika:

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα με τις στρατιωτικές περιπολίες στις κοινότητες και στους δρόμους μας, ακούγοντας τους στρατιώτες να βρίζουν τις γυναίκες επειδή απλά εκείνοι ήταν ένοπλοι άντρες κι εμείς ήμασταν, και είμαστε, γυναίκες.

Αλλά καθώς ήμασταν όλες μαζί, όχι μόνο δε φοβόμασταν, αντίθετα αποφασίσαμε να αγωνιστούμε και να αλληλοβοηθηθούμε συλλογικά ως γυναίκες ζαπατίστας που είμαστε.
Έτσι μάθαμε ότι μπορούμε να αμυνθούμε και να διοικήσουμε.

Δεν ήταν απλώς λόγια. Πήραμε πραγματικά τα όπλα και πολεμήσαμε τον εχθρό. Όντως αναλάβαμε τη διοίκηση και καθοδηγήσαμε μάχες όπου η πλειοψηφία των στρατευμάτων μας ήταν άντρες.

Και ναι, υπάκουαν στις εντολές μας γιατί αυτό που είχε σημασία δεν ήταν αν ήσουν άντρας ή γυναίκα, αλλά αν είσαι διατεθειμένη να αγωνιστείς χωρίς να υποταχθείς, χωρίς να ξεπουληθείς, χωρίς να παραδοθείς.

Παρόλο που δεν είχαμε σπουδάσει, ήμασταν γεμάτες οργή και θυμό για όλες αυτές τις μαλακίες που μας έκαναν.
Γιατί εγώ βίωσα την περιφρόνηση, την ταπείνωση, τις κοροϊδίες, τις βιαιότητες, το ξύλο, τους θανάτους επειδή είμαι γυναίκα, επειδή είμαι ιθαγενής, επειδή είμαι φτωχή και τώρα επειδή είμαι ζαπατίστας.

Και να ξέρετε ότι δεν ήταν πάντα άντρας εκείνος που με εκμεταλλευόταν, με έκλεβε, με ταπείνωνε, με χτυπούσε, με περιφρονούσε, με σκότωνε. Πολλές φορές ήταν γυναίκα εκείνη που έκανε και συνεχίζει να κάνει όλα τούτα.

Μεγάλωσα όμως και μέσα στην αντίσταση βλέποντας τις συντρόφισσές μου να δημιουργούν σχολεία, κλινικές, να οργανώνουν συλλογικές εργασίες και να συγκροτούν αυτόνομες κυβερνήσεις.

Και είδα δημόσιες γιορτές, όπου όλες ξέραμε πως ήμασταν ζαπατίστας και ήμασταν όλες μαζί.

Είδα πως η εξέγερση, η αντίσταση, ο αγώνας είναι κι αυτά γιορτή, παρόλο που αρκετές φορές δεν υπάρχει μουσική και χορός παρά μόνο ο παιδεμός της δουλειάς, της προετοιμασίας, της αντίστασης.

Είδα ότι ενώ πριν πεθαίναμε επειδή είμαστε ιθαγενείς, φτωχές και γυναίκες, τώρα χαράζαμε συλλογικά μια άλλη πορεία ζωής: αυτή της ελευθερίας, της δικής μας ελευθερίας.

Είδα ότι ενώ πριν είχαμε μόνο ένα σπίτι και ένα χωράφι, τώρα έχουμε σχολεία, κλινικές, έχουμε τις συλλογικές μας εργασίες, όπου ως γυναίκες χειριζόμαστε μηχανήματα και διευθύνουμε τον αγώνα. Προχωράμε, και με τα λάθη μας, χωρίς κανείς άλλος, εκτός από μας τις ίδιες, να μας λέει πως και τι πρέπει να κάνουμε.

Και βλέπω τώρα πως έχουμε όντως προχωρήσει, πάντα προχωράμε έστω και λίγο.

Και μη νομίζετε πως ήταν εύκολο. Ήταν και συνεχίζει να είναι πολύ επίπονο.

Και όχι μόνο γιατί το γαμημένο καπιταλιστικό σύστημα θέλει να μας καταστρέψει αλλά και γιατί πρέπει να αγωνιστούμε ενάντια σε αυτό το σύστημα που κάνει τους άντρες να πιστεύουν και να θεωρούν τις γυναίκες κατώτερες και άχρηστες.

Και μερικές φορές, πρέπει να το πούμε, αυτό συμβαίνει και μεταξύ των γυναικών. Εξαπατά η μια την άλλη, μιλά άσχημα, με άλλα λόγια δεν υπάρχει σεβασμός μεταξύ μας.
Γιατί δεν είναι μόνο οι άντρες. Υπάρχουν και γυναίκες των πόλεων οι οποίες μας περιφρονούν, επειδή, όπως λένε, δεν ξέρουμε τίποτε για τους γυναικείους αγώνες, δεν έχουμε διαβάσει βιβλία στα οποία οι φεμινίστριες εξηγούν πως αυτοί πρέπει να είναι, και μας κάνουν διάφορα επικριτικά σχόλια ενώ αγνοούν τον αγώνα μας.
Γιατί είναι άλλο πράγμα να είσαι γυναίκα, άλλο να είσαι φτωχή και εντελώς διαφορετικό να είσαι και ιθαγενής. Και οι γυναίκες ιθαγενείς που με ακούν τώρα το γνωρίζουν καλά. Και φυσικά πολύ διαφορετικό και πιο δύσκολο να είσαι γυναίκα ιθαγενής ζαπατίστα.

Ξέρουμε φυσικά ότι μένουν ακόμη πολλά να γίνουν, αλλά επειδή είμαστε γυναίκες ζαπατίστας, δεν υποχωρούμε, δεν ξεπουλιόμαστε και δεν παρεκκλίνουμε από το δρόμο του αγώνα, δηλαδή δεν υποτασσόμαστε».

Περνώντας στο επόμενο κομμάτι της εισήγησης, κρατάμε αυτό το σημαντικό σχόλιο, που πολύ εύγλωττα περιγράφει την πατερναλιστική οπτική ενός δυτικού λευκού φεμινισμού, ο οποίος περιφρονεί τους αγώνες των γυναικών από τα κάτω. Και θα προσθέσουμε επίσης μια επισήμανση της συντρόφισσας Κόνι, η οποία λέει: «Οι περισσότερες μελέτες για τη γενεαλογία των φεμινιστικών κινημάτων (διότι δεν υπάρχει ένας μόνο φεμινισμός) εξετάζουν την ιστορία της γυναικείας καταπίεσης και των φεμινιστικών αγώνων μέσα από το πρίσμα της δυτικής ιστορίας. Η πλειοψηφία των φεμινιστικών κινημάτων μέσα από ένα τέτοιο πρίσμα ανέλυσε τις συνθήκες ζωής των γυναικών και σχεδίασε στρατηγικές για τη γυναικεία απελευθέρωση. Πρόκειται για ένα σφάλμα που δεν περιορίζεται στα φεμινιστικά κινήματα, αφού το ίδιο συνέβη και με άλλα απελευθερωτικά παραδείγματα, τα οποία αντιλαμβάνονταν τον κόσμο μόνο από τη σκοπιά της Δύσης».

zap fest2

 

Δυτικός φεμινισμός και ακαδημαϊσμός

Θα επιχειρήσουμε να θίξουμε στη συγκεκριμένη τοποθέτηση όλα εκείνα τα ζητήματα με τα οποία έρχεται κάποια/ος αντιμέτωπη/ος όταν εμπλέκεται στον αγώνα για τη γυναικεία χειραφέτηση, έναν αγώνα πολυεπίπεδο και διαθεματικό, έναν αγώνα του οποίου οι αναρίθμητες διαστάσεις αλληλοεμπλέκονται, καθώς ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία διατρέχει σε όλα τα σημεία του τον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση και τη χειραφέτηση των καταπιεσμένων. Όπως αναφέρουν και οι γυναίκες Ζαπατίστας, στο πλαίσιο της οικοδόμησης της αυτονομίας τους, ως γυναίκες και ως ιθαγενείς «χωρίς τις γυναίκες αυτός ο αγώνας δεν θα ήταν για τον λαό, αλλά για τους άντρες, γιατί αγωνιζόμαστε για έναν κόσμο που να χωράμε όλοι».

Με την ευρωπαϊκή εισβολή στα εδάφη του «νέου κόσμου», η ιστορία των ιθαγενών λαών έγινε κομμάτι της ιστορίας του καπιταλιστικού κόσμου. Οι ιθαγενείς σφαγιάστηκαν, έχασαν τη γη τους και σε όσους κατάφεραν να επιβιώσουν επιβλήθηκαν άλλες μορφές κοινωνικής αλλά και πολιτιστικής, θρησκευτικής, οικονομικής και οικογενειακής οργάνωσης. Η επιβολή του δυτικού τρόπου αντίληψης σε όλους τους τομείς δεν αφησε αλωβητους τους αγώνες των γυναικών.

Δυτικός φεμινισμός

1.1. Ο δυτικός φεμινισμός ως σωτήρας

Πολλές τάσεις του δυτικού φεμινισμού αντιλαμβάνονται και ερμηνεύουν το γυναικείο ζήτημα ως ενιαίο, αγνοώντας τις ιδιαίτερες πτυχές που έχουν να κάνουν με την ιστορική του διάσταση, τη διάκριση του κόσμου σε βορρά και νότο, τη μετανάστευση, την αποικιοκρατία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε πολιτισμού.

Θα μπορούσε γενικά να φαίνεται θετικό ότι οι πολιτικοί και οι ακαδημαϊκοί στη Δύση, ειδικά στις ΗΠΑ, ασχολούνται με τους αγώνες των καταπιεσμένων γυναικών σε όλο τον κόσμο. Τα πολιτικά δικαιώματα, η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση των γυναικών στον Παγκόσμιο Νότο, ή η έλλειψή τους, αναφέρονται από πολιτικούς και ακτιβιστές οι οποίοι δηλώνουν συχνά πόσα βήματα έχουμε κάνει (στη Δύση) και πόσο περισσότερο πρέπει να βελτιώσουμε τις συνθήκες στον υπόλοιπο κόσμο. Σε ορισμένους αυτό το συναίσθημα είναι φιλανθρωπικό ή ακόμη και προοδευτικό. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο οι λευκες, δυτικές φεμινίστριες πλαισιώνουν αυτά τα ζητήματα και οι λύσεις που προσφέρουν διαιωνίζουν τις ΗΠΑ ως λευκό σωτήρα του κόσμου, ενώ στην πραγματικότητα προωθούν τα δικά τους συμφέροντα. Στην ουσία, αγνοούν τόσο τα υπαρκτά προβλήματα όσο και την πραγματική πηγή τους.

Πολλές φορές, μάλιστα, η δράση των φεμινιστριών στη Δύση πέφτει σε μια επικίνδυνη παγίδα. Θεωρούν τους εαυτούς τους ως σωτήρες που θα σπάσουν τα δεσμά των άλλων γυναικών (μουσουλμάνων, ιθαγενών στην Λατινική Αμερική και αλλού) φτάνοντας σε σημείο να τις αντιμετωπίζουν ως υποδεέστερες, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη το διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο. Στην πραγματικότητα, αυτό που τις ενδιαφέρει είναι η πολιτιστική ομοιομορφία και όχι η χειραφέτηση των γυναικών σε όλο τον πλανήτη.

Παράλληλα, είναι ξεκάθαρο ότι οι κύριες μελέτες περί ανάπτυξης και οι πρακτικές ανάπτυξης είναι αποικιακές. Η ίδια η ιδέα της ανάπτυξης έχει τις ρίζες της στον αποικιακό λόγο, καθώς είναι μια μορφή ισχύος που λειτουργεί με έναν διαφορετικό τρόπο από το παλιό αποικιακό σύστημα, επιδιώκοντας την κινητοποίηση ανθρώπων και εθνών-κρατών μέσω ενός θετικού λόγου της «προόδου». Το «μακροχρόνιο πρότυπο εξουσίας» που προέκυψε από την αποικιοκρατία, εξακολουθεί να καθορίζει τις παγκόσμιες σχέσεις εξουσίας.

Η πλάνη της αποικιακής-αναπτυξιακής ιδεολογίας είναι το τεκμήριο ότι όλες οι χώρες πρέπει και επιθυμούν να ακολουθήσουν το δυτικό πρότυπο και μοτίβο, υποθέτοντας ότι οι χώρες που χαρακτηρίζονται ως «υπανάπτυκτες» ή «αναπτυσσόμενες» πρέπει να «καλύψουν τη διαφορά» με την υπερ-αναπτυγμένη Δύση. Άρα μόνο μέσω της πολιτικής της αφομοίωσης όλων των διαφορετικών χαρακτηριστικών μπορεί να έρθει η ανάπτυξη. Αυτή η προσέγγιση οδηγεί τη βιομηχανία της αποικιακής ανάπτυξης στο να ωραιοποιεί τη διαιώνιση της βίας και της ποινής, δηλαδή να νομιμοποιεί τη βία που ασκείται από την Δύση, που εμπεριέχεται στους κανόνες αποικιακής ανάπτυξης με το πρόσχημα της αρωγής στην βελτίωση των «υποδεέστερων» κοινωνιών. Έτσι, η «ανάπτυξη» διαποτίζεται από ρατσιστικές, πατριαρχικές ιδεολογίες, αποκλείοντας τις δυνατότητες για ελευθεριακή αλλαγή που θα βασίζεται στη διεθνιστική αλληλεγγύη, τον σεβασμό της διαφορετικής κουλτούρας και την παύση της εκμετάλλευσης όλων των καταπιεσμένων.

Ο ρόλος της Δύσης στην καταπίεση των από τα κάτω είναι κομβικός. Ρίχνοντας την ευθύνη σε άλλους πολιτισμούς δεν αποδέχεται την ευθύνη που έχει από τις δικές της πολιτικές. Για παράδειγμα, πολλές γυναίκες σε χώρες όπως η Ινδία, το Μπαγκλαντές και το Μεξικό είναι φτωχές όχι λόγω των «οπισθοδρομικών» πολιτισμών τους, αλλά επειδή οι δουλειές τους ως εργάτριες σε εργοστάσια για αμερικανικές εταιρείες πληρώνουν πολύ κάτω από τον βασικό μισθό. Αυτές οι οικονομικές συνθήκες είναι άμεσο αποτέλεσμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, όπως η NAFTA, η οποία εγκρίθηκε το 1994 από τον Πρόεδρο Κλίντον. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η Trans-Pacific Partnership, ή TPP, ένα διεθνές εμπορικό νομοσχέδιο παρόμοιο με τη NAFTA, υποστηρίχθηκε από τη Χίλαρι Κλίντον όταν ήταν υπουργός Εξωτερικών. Οι οικονομικοί αγώνες που αντιμετωπίζουν αυτές οι γυναίκες δεν είναι λόγω του πολιτισμού ή της θρησκείας τους, αλλά λόγω του παγκόσμιου συστήματος του καπιταλισμού. Χωρίς αμφιβολία, αυτές οι γυναίκες εξακολουθούν να υποφέρουν ως αποτέλεσμα πατριαρχικών αξιών, αλλά είναι ανεύθυνο να διαγράφεται ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών στην καταπίεσή τους.

Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πατριαρχία είναι ένα σύστημα εξουσίας και ως τέτοιο πρέπει να το αντιλαμβανόμαστε. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά περίπτωση για την εκάστοτε πολιτική ατζέντα του ισχυρού κράτους. Άλλο ένα παράδειγμα εδώ μπορεί να αποτελέσει το κράτος του Ισραήλ, το οποίο αν και παρουσιάζεται ως σύγχρονο, αντισεξιστικό, απελευθερωμένο κράτος με την πλήρη στήριξη της Αμερικής, καταπιέζει και δολοφονεί τον παλαιστινιακό λαό. Η ίδια η Χίλαρι Κλίντον είναι μεγάλη υποστηρίκτρια του Ισραήλ και είναι τουλάχιστον υποκριτικό να μιλάει για φεμινισμό και για χειραφέτηση των γυναικών, για δικαιώματα ή για οτιδήποτε άλλο έχει να κάνει με ελευθερία όταν στηρίζει ένα κράτος που καταδυναστεύει έναν ολόκληρο λαό. Γι αυτό και έχει μεγάλη σημασία, όταν μιλάμε για γυναικεία χειραφέτηση να κάνουμε λόγο για συνολική απελευθέρωση και κοινωνική επανάσταση. Ως αναρχικές δεν μπορούμε να δούμε τον αγώνα ενάντια στην πατριαρχία ξέχωρα από τον συνολικό αγώνα ενάντια στο κράτος και κάθε μορφής εξουσία.

Έχει τεράστια σημασία να λαμβάνουμε υπόψη το ίδιο το υποκείμενο που υφίσταται την καταπίεση, το οποίο ζει στο εκάστοτε διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον και αντιλαμβάνεται καλύτερα τις νόρμες, τις δυσκολίες και τις ιδιαίτερες συνθήκες που αντιμετωπίζει. Όπως και να ’χει, είναι μεγάλο ατόπημα να μη λαμβάνουμε υπόψη τα γυναικεία κινήματα που αναπτύχθηκαν σε διάφορες άλλες περιοχές εκτός της Ευρώπης ή της Β. Αμερικής, θεωρώντας τα εκ των προτέρων υποδεέστερα και άνευ αξίας.

1.2. Οι προβληματικές του δυτικού φεμινισμού εντός της Δύσης

Ο δυτικός φεμινισμός έχει στον πυρήνα του –μεταξύ άλλων– τον ατομισμό, την ατομική ιδιοκτησία, την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, τα ατομικά δικαιώματα και εν τέλει την αποσιώπηση των κοινωνικοταξικών αντιθέσεων στο πλαίσιο ενός δήθεν «κοινού σκοπού» -με υπόπτως αμφιλεγόμενα αναπάντητα ερωτήματα: «ποιες», «μαζί με ποιες/ποιους», «ενάντια σε τι», «με ποιον σκοπό» και «για ποιόν λόγο».

Αρχικά, ως προς το φαντασιακό του «ευεργετήματος» της αντιπροσώπευσης-διαμεσολάβησης:

Σε μεγάλο βαθμό οι κοινωνικοί αγώνες ξεσπούν ενάντια σε κάτι, σε μία πρόδηλη καταπίεση, σε μία υποβάθμιση που επεκτείνεται, σε μία εκμετάλλευση που δεν δύναται να γίνει άλλο πια ανεκτή. Σε αντιστοιχία, οι γυναικείοι αγώνες στην πλειονότητά τους, στοχεύοντας στην βελτίωση των συνθηκών ύπαρξης των γυναικών, είτε περιορίστηκαν στην κατοχύρωση δικαιωμάτων – αναγκαίων βέβαια στις ιστορικές συνθήκες που διαδραματίστηκαν – είτε αναδυόμενοι μέσα από ευρύτερους κοινωνικούς αγώνες επιχείρησαν την ιδεολογική και πολιτισμική αλλαγή εντός των αγωνιζόμενων αλλά και ευρύτερα της κοινωνίας. Ανεξάρτητα από την αφορμή έκρηξης τους, πήραν ανά τους καιρούς πιο ριζοσπαστικά και συνολικά χαρακτηριστικά ή (είτε εξαρχής είτε εν τέλει) περιορίστηκαν μόνο στη θεσμική κατοχύρωση αιτημάτων, καταλήγοντας διαμεσολαβούμενοι – από κομματικούς φορείς και οργανώσεις – και εν τέλει εύκολα ενσωματώσιμοι στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης, καθώς συνήθως έρχονται να διεκδικήσουν μια βελτίωση των συνθηκών ζωής και εξαντλούνται σε εκείνο το σημείο: Όταν και Αν το αίτημα ικανοποιηθεί, ο εκάστοτε αγώνας παύει να υφίσταται, παύουμε να μιλούμε για γυναικεία χειραφέτηση, αλλά διεκδίκηση περισσότερων προνομίων, παύουμε να μιλούμε για γυναικείο αγώνα, αλλά για κομματικές ατζέντες και προσπάθειες απονοηματοδότησης των κινηματικών διαδικασιών.

Έτσι, λοιπόν, μέσα από τις αναδιαρθρώσεις του κρατικό-καπιταλιστικού συστήματος, γίνεται μια διαλογή ανάμεσα στα δικαιώματα που βλάπτουν το σύστημα, καθώς στρέφονται ενάντια στο ίδιο το μοντέλο εξουσίας του, και σε όσα μπορούν εύκολα είτε να αφομοιωθούν είτε να απονοηματοδοτηθούν μέσα στο πλαίσιο λειτουργίας του ίδιου του καθεστώτος. Τα τελευταία είναι αυτά που διαμεσολαβούνται, δίνοντας τη απατηλή εικόνα μιας συνεχόμενης εξέλιξης, την ψευδαίσθηση ότι η πατριαρχία μπορεί να αποδομηθεί/λειανθεί εντός του συστήματος.
Καθημερινά βλέπουμε τα προβλήματα που πηγάζουν από τις εξουσιαστικές πρακτικές του κράτους, του καπιταλισμού και της πατριαρχίας να ανάγονται σε ατομικά. Δεν είναι λίγες οι φορές που μπορεί να ακούσουμε να λέγεται πως φταίνε τα χαρακτηριστικά του ατόμου, η ψυχοσύνθεση ή άλλοι παράγοντες ατομικής φύσεως που ανάγουν την ευθύνη αμιγώς σε ατομική. Έτσι βλέπουμε πατριαρχικά και όχι μόνο εγκλήματα να αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένα περιστατικά, αποκομμένα τελείως από τη συνολική εικόνα, αυτή της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης. Η πατριαρχία, λοιπόν, είναι μια εξουσία όπως οι άλλες. Και η εξουσία βιάζει, καταπιέζει και δολοφονεί.

Η συλλογική οργάνωση ενάντια στην εκάστοτε εξουσία περιέχει όλη την δύναμη που μπορούν να βρουν οι καταπιεσμένοι για να τσακίσουν τον οποιοδήποτε δυνάστη τους. Όσον αφορά συγκεκριμένα το κομμάτι της πατριαρχίας, όταν λέμε ότι η γυναικεία απελευθέρωση περνάει μέσα από τον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση, εννοούμε ακριβώς ότι ένας άνθρωπος, μια γυναίκα για να αποδεσμευτεί από όλα όσα την καταπιέζουν, πρέπει να αποτελεί ένα κομμάτι ενός μεγαλύτερου συνόλου, αυτού του συνολικού αγώνα ενάντια σε κάθε εξουσία.

Η αντίληψη ότι ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία είναι μοριακός, και δεν χρειάζεται να συλλογικοποιηθούμε, μιας και απλά με την μεμονωμένη δράση του καθενός/καθεμιάς τα πράγματα θα αλλάξουν, οδηγεί στο αυταπόδεικτο αδιέξοδο του καπιταλιστικού ιδεολογήματος ότι ο καθένας μόνος του μπορεί να ορίσει τη ζωή του, να ανελιχθεί οικονομικά, να ξεπεράσει τις δυσκολίες. Ακόμα κι αν σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αυτό όντως μπορεί να συμβεί, πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι θα αφορά ένα μερικό επίπεδο και σίγουρα δεν θα αποτελεί κοινωνική αλλαγή, δεδομένου ότι για την πλειονότητα των γυναικών οι συνθήκες δεν θα έχουν διαφοροποιηθεί. Οι ατομικές διεκδικήσεις στην καλύτερη των περιπτώσεων μπορούν να επιφέρουν ατομικές διευκολύνσεις, χωρίς όμως να καταφέρουν πλήγματα στην πατριαρχική εξουσία και ευρύτερα στο εξουσιαστικό κρατικό-καπιταλιστικό σύστημα. Κι όσο το εξουσιαστικό υπόβαθρο του συστήματος δεν εκλείψει οριστικά, δεν θα σταματήσει να υφίσταται και ένας από τους βασικούς του πυλώνες, η πατριαρχία.

Η αυτόνομη μοριακή προσέγγιση, είτε διοχετεύεται από θεσμικούς φορείς είτε υιοθετείται από υποκείμενα εντός του ανταγωνιστικού κινήματος, καταφανώς αγνοεί εξ ολοκλήρου την ταξική διάσταση του αγώνα, κάτι που δημιουργεί σημαντικά ζητήματα και βάζει πολλά εμπόδια στον συνολικό αγώνα για την παγκόσμια χειραφέτηση και την κοινωνική επανάσταση.

Αυτή η προσέγγιση του γυναικείου/έμφυλου ζητήματος προωθεί την μονοθεματικότητα του αγώνα, την αποκοπή του δηλαδή από τον συνολικό αγώνα που δίνουμε. Δεν έχει καταφέρει να αναγνωρίσει ως κεντρικούς φορείς των έμφυλων διαχωρισμών το κράτος και το καπιταλιστικό σύστημα και ως εκ τούτου αντιλαμβάνεται τους άντρες ως τους μοναδικούς φορείς εξουσίας, προωθώντας καινούριες αντιπαλότητες και ενδοταξικούς διαχωρισμούς μεταξύ των καταπιεσμένων, και αναλώνεται σε ζητήματα, όπως ο σεξισμός στην γλώσσα και η επινόηση κι άλλων ταυτοτήτων.

Aκαδημαϊσμός

Ο αγώνας για τη γυναικεία χειραφέτηση, όταν παύει να είναι αγώνας και γίνεται μόνο αντικείμενο σπουδών και μελέτης χάνει τον ριζοσπαστικό του χαρακτήρα. Δημιουργείται εν τέλει ένα οξύμωρο όταν μιλάμε για ακαδημαϊκό φεμινισμό. Ο δυτικός φεμινισμός, στις πιο σύγχρονες εκδοχές του, επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στις ταυτότητες φύλου και σεξουαλικότητας, κλείνοντας τα μάτια σε ό,τι υπάρχει πέραν αυτών και αποσιωπώντας όλες τις άλλες διαστάσεις που το έμφυλο ζήτημα εμπερικλείει. Το γυναικείο ζήτημα ανοίγεται ως πεδίο μελέτης ακαδημαϊκών και άλλων ειδικών, αποκλείοντας έτσι όσους και όσες δεν έχουν πρόσβαση στις ανώτερες εκπαιδευτικές βαθμίδες. Στην ουσία αποκόπτεται το υποκείμενο του αγώνα από τον ίδιο τον αγώνα. Τις τελευταίες δεκαετίες, η ακαδημαϊκοποίηση αυτή τείνει να εστιάζει στη θεωρία των ταυτοτήτων: [μιαν ανάλυση με βάση την οποία οι ταυτότητες των υποκειμένων (έμφυλη, φυλετική, σεξουαλική) αποτελούν το αποκλειστικό καθοριστικό στοιχείο της πολιτικής τους αντίληψης και δράσης] και συνεπώς εγκλωβίζουν τα άτομα σε λογικές μονοδιάστατης ταυτοτικής αντίληψης, με αποτέλεσμα να προωθούν έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων μέσα στο κοινωνικό σώμα.

Καλλιεργείται μία επίπλαστη «ενότητα» των υποκειμένων που καταπιέζονται είτε λόγω της σεξουαλικής τους προτίμησης είτε του φύλου με το οποίο προσδιορίζονται. Θεωρείται πρόοδος όταν ένα μέλος της LGBTQI κοινότητας εκλέγεται ως πρόεδρος ή ως βουλευτής, ενώ συνεχίζουν να ξυλοκοπούνται ή ακόμα και να δολοφονούνται άτομα ίδιου φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού, γιατί δεν ανήκουν στην κοινωνικό-οικονομική ελίτ.

Σε καμία περίπτωση δεν είμαστε αντίθετες στη γνώση και στην αυτομόρφωση των γυναικών πάνω στα ζητήματα που αφορούν τις ίδιες. Αντιθέτως, είναι πολύ σημαντικό για την ενδυνάμωσή μας να γνωρίζουμε για τους αγώνες που έχουν δοθεί στο παρελθόν, όπως οι mujeres libres ή οι ζαπατίστριες. Η διαφορά έγκειται στο ότι το ίδιο το υποκείμενο του αγώνα χρησιμοποιεί τη γνώση για να επιτύχει την κοινωνική επανάσταση που θα περικλείει μέσα της και τη γυναικεία χειραφέτηση και δεν περιορίζεται στους ακαδημαϊκούς κύκλους.

Για να γίνει ο κόσμος όπως οραματιζόμαστε, δεν μπορούν να διατηρηθούν οι υπάρχουσες πατριαρχικές δομές και για να επέλθει αυτή η αλλαγή, πρέπει να συμμετάσχουμε οι ίδιες στον αγώνα ενάντια στον κόσμο της εξουσίας. Οργανωνόμαστε ως γυναίκες, που ταυτόχρονα αποτελούμε και οργανικό κομμάτι των κοινωνικών και ταξικών αγώνων και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο αγωνιζόμαστε μαζί με όλους τους καταπιεσμένους αυτού του κόσμου για μια κοινωνία ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.

Στόχος μας είναι η αυτοσυγκρότηση και η αυτοοργάνωση των γυναικών, η ανάπτυξη μεταξύ μας σχέσεων αλληλεγγύης, αφού γνωρίζουμε πως ο μόνος τρόπος καλλιέργειας της ριζοσπαστικής συνείδησης που απαιτείται για την ολοκληρωμένη συμμετοχή στον αγώνα που αποβλέπει στην κοινωνική απελευθέρωση στο σύνολό της, είναι η αναγνώριση της επιμέρους καταπίεσης που υφιστάμεθα και η εναντίωσή μας σ’ αυτήν, ως υποκείμενα που πλήττονται, αφού κανείς δεν μπορεί να το κάνει εξ ονόματός μας ή για λογαριασμό μας.
Μαθαίνουμε και αντλούμε έμπνευση από τους αγώνες των γυναικών σε όλο τον κόσμο, από την οργάνωση των Mujeres Libres μέσα στο ελευθεριακό κίνημα της Ισπανίας και ενάντια στα φασιστικά στρατεύματα του Φράνκο το 1936 και τις μαχητικές διεκδικήσεις των απεργών εργατριών στις ΗΠΑ, στις αρχές του 20ού αιώνα. Από τις Ζαπατίστας που χτίζουν την αυτονομία τους τα τελευταία 25 χρόνια, τις ιθαγενείς της Νότιας Αμερικής που υπερασπίζονται τη γη και τις κοινότητες τους ενάντια στην επέλαση κράτους και κεφαλαίου, και από όλες τις γυναίκες που αντιστέκονται στον σύγχρονο ολοκληρωτισμό σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Ενάντια στο κρατικο, καπιταλιστικό, πατριαρχικό σύστημα, κρατάμε ζωντανή τη φλόγα των αγώνων του παρελθόντος και συνεχίζουμε συλλογικά τον αγώνα για τη γυναικεία χειραφέτηση, τον αγώνα για την ελευθερία όλων και για τη δημιουργία του κόσμου που θέλουμε, ενός κόσμου ισότητας, ελευθερίας, αλληλεγγύης και αξιοπρέπειας.

Για τις πρόσφατες γυναικοκτονίες

Κλείνοντας, δεν θα μπορούσαμε να μην μιλήσουμε για την πραγματικότητα αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα.

Η εν ψυχρώ δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Κάθε χρόνο 50.000 γυναίκες δολοφονούνται στον πλανήτη από τον πρώην ή τον νυν σύντροφο ή άλλο μέλος της οικογένειας τους. Μόνο το 2020 στην Ελλάδα έγιναν δέκα γυναικοκτονίες, ενώ από την αρχή της χρονιάς τουλάχιστον τρεις ακόμα γυναίκες έχουν δολοφονηθεί.
Εκείνο που οπλίζει τα χέρια των δολοφόνων και ξεπλένει τα εγκλήματά τους είναι ένα ολόκληρο σύστημα, που έχει όνομα και λέγεται πατριαρχία, κράτος και καπιταλισμός. Οι δράστες γαλουχούνται, ενθαρρύνονται, οπλίζονται και στο τέλος καλύπτονται και δικαιολογούνται από τις κυρίαρχες αξίες και τους ίδιους τους μηχανισμούς. Ενδεικτική η στάση της αστυνομίας και των ΜΜΕ στην περίπτωση του φόνου της Καρολάιν, που για περισσότερο από ένα μήνα φιλοτεχνούσαν την αγιογραφία του πλούσιου, επιτυχημένου, Έλληνα πατέρα και συζύγου, αναπαράγοντας το αφήγημά του περί «ληστείας από αλλοδαπούς» και σπέρνοντας στην κοινωνία το ρατσιστικό, ξενοφοβικό δηλητήριο. Ενώ μετά την ομολογία του, σπεύδουν να στιγματίσουν τη νεκρή Καρολάιν.

Κι αν οι δολοφονίες φτάνουν στο φως της δημοσιότητας, με διαστρεβλωμένο πάντα τρόπο, αντίθετα οι καθημερινοί βιασμοί που υφίστανται οι γυναίκες στους χώρους δουλειάς, στο σπίτι ή στο δρόμο, καλύπτονται συνήθως από ένα πέπλο σιωπής.

Το Σάββατο 19 Ιουνίου, γυναίκα εργαζόμενη στον καθαρισμό σε πολυκατοικία των Πετραλώνων, κρατείται όμηρος, βιάζεται και ξυλοκοπείται για ώρες από άντρα ο οποίος έχει ήδη καταδικαστεί για άλλο βιασμό και απόπειρα ανθρωποκτονίας. Η γυναίκα καταφέρνει τελικά να διαφύγει με τη βοήθεια των γειτόνων, αιμόφυρτη. Η αστυνομία αρνείται να μπει στο διαμέρισμα, με αποτέλεσμα ο βιαστής να διαφύγει, ενώ τα ΜΑΤ παρατάσσονται απέναντι στον κόσμο που έχει συγκεντρωθεί σε αλληλεγγύη με τη γυναίκα.

Μέσα στις συνθήκες προϊούσας αποσύνθεσής του, το εξουσιαστικό πατριαρχικό καπιταλιστικό σύστημα επιτίθεται, προωθώντας τη βία εναντίον των γυναικών, κυρίως εκείνων που ανήκουν στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, με στόχο την καθυπόταξή τους. Η πατριαρχική βία είναι συστημική βία και είναι οργανικό κομμάτι του εξουσιαστικού και καπιταλιστικού κόσμου. Αποτελεί ένα ακόμα όπλο στην φαρέτρα του συστήματος για τη διαίρεση των καταπιεσμένων, για τη διάχυση του κοινωνικού κανιβαλισμού και την επιβολή της σιωπηρής αποδοχής των ανισοτήτων που το ίδιο αναπαράγει. Γι’ αυτό απέναντι στη ζοφερή πραγματικότητα που μας επιφυλάσσουν οι εξουσιαστές σε ολόκληρο τον πλανήτη, προτάσσουμε την οργάνωση των από τα κάτω και τη διεκδίκηση όσων μας ανήκουν, την οργανωμένη ταξική αντεπίθεση των εκμεταλλευόμενων, γυναικών και ανδρών, για την ανατροπή του κόσμου της πατριαρχίας, του κράτους και του καπιταλισμού, για τη δημιουργία μιας κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση.

Για τις εργαζόμενες γυναίκες, τις άνεργες, για τις πρόσφυγες και τις μετανάστριες, για τις φυλακισμένες,

Για την Καρολάιν, τη Δήμητρα, την Ελένη, για τον/την Ζακ/Zackie Oh, για κάθε δολοφονημένη, κακοποιημένη, βιασμένη, εγκλωβισμένη

 

zap fest5

 

Θα σταματήσουμε εδώ, μεταφέροντας το μήνυμα των γυναικών Ζαπατίστας στο κλείσιμο της 1ης Διεθνούς Συνάντησης Γυναικών που Αγωνίζονται:

«Αυτή η μικρή φλόγα είναι για σένα. Κράτησέ την αδελφή και συντρόφισσα. Όταν νιώθεις μόνη. Όταν φοβάσαι. Όταν νιώθεις ότι ο αγώνας είναι πολύ δύσκολος ή ότι δύσκολη είναι η ζωή η ίδια. Άναψέ την ξανά στην καρδιά σου, στη σκέψη σου, μέσα σου. Και μην την κρατήσεις μόνο για σένα, συντρόφισσα και αδελφή. Πήγαινέ την στις εξαφανισμένες. Πήγαινέ την στις δολοφονημένες. Πήγαινέ την στις κρατούμενες. Πήγαινέ την στις γυναίκες που βιάστηκαν. Πήγαινέ την στις γυναίκες που χτυπήθηκαν. Πήγαινέ την στις γυναίκες που κακοποιήθηκαν. Πήγαινέ την σε όσες έχουν υποστεί βία κάθε μορφής. Πήγαινέ την στις μετανάστριες. Πήγαινέ την στις εκμεταλλευόμενες. Πήγαινέ την στις νεκρές. Πήγαινέ την και πες σε κάθε μία ξεχωριστά ότι δεν είναι μόνη, ότι θα αγωνιστείς εσύ γι’ αυτήν, ότι θα αγωνιστείς για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη που αξίζει ο πόνος της, ότι θα αγωνιστείς ώστε αυτός ο πόνος που κουβαλά να μην επαναληφθεί ξανά για καμιά γυναίκα στον κόσμο.

Πάρε αυτή τη φλόγα και μεταμόρφωσέ την σε οργή, σε κουράγιο, σε αποφασιστικότητα.

Πάρ’ την και ένωσέ την με άλλες φλόγες.

Κράτα την και τότε ίσως σκεφτείς ότι δεν μπορεί να υπάρξει ούτε αλήθεια ούτε δικαιοσύνη ούτε ελευθερία μέσα στο πατριαρχικό καπιταλιστικό σύστημα.

Και τότε ίσως ξανασυναντηθούμε για να βάλουμε φωτιά στο σύστημα. Και ίσως βρίσκεσαι δίπλα μας, για να βεβαιωθούμε ότι κανείς δεν θα σβήσει τη φωτιά μέχρι να μη μείνει τίποτα άλλο εκτός από στάχτες».

 E6GMqOpWEAYTBj1