He-Yin Zhen: Η καλύτερη φεμινίστρια για την οποία δεν έχετε ακούσει ποτέ

της Zoe Baker

Μετάφραση από την ομάδα ενάντια στην πατριαρχία - Αναρχική Πολιτική Οργάνωση [το πρωτότυπο κείμενο εδώ]

Οι συζητήσεις για τις φεμινίστριες του παρελθόντος συνήθως επικεντρώνονται σε μορφές όπως η Mary Wollstonecraft ή η Emmeline Pankhurst. Αν είστε τυχεροί, θα αναφερθούν αντικαπιταλίστριες φεμινίστριες όπως η Έμμα Γκόλντμαν, η Βολταιρίν ντε Κλερ και η Έλεανορ Μαρξ. Εδώ θα μιλήσω για μια φεμινίστρια του παρελθόντος, που μάλλον δεν έχετε ακούσει ποτέ: την Κινέζα αναρχική φεμινίστρια He-Yin Zhen, η οποία στις αρχές του 20ού αιώνα ανέπτυξε τη φεμινιστική θεωρία που συνέλαβε ως αντίληψη τον τρόπο με τον οποίο η πατριαρχία, ο καπιταλισμός και το κράτος διασταυρώνονται μεταξύ τους καταπιέζοντας με ιδιαίτερο τρόπο τις γυναίκες της εργατικής τάξης στην Κίνα.

Η He-Yin γεννήθηκε το 1884 από πλούσιους γονείς στην επαρχία Jiangsu της Κίνας και έλαβε σημαντική εκπαίδευση κατά την παιδική της ηλικία. Το 1904 παντρεύτηκε τον κλασικό λόγιο Liu Shipei και στη συνέχεια κατέφυγε μαζί του στο Τόκιο, το 1907, λόγω της αντίθεσής τους στην κυριαρχία των Μαντσού στην Κίνα. Στο Τόκιο, όπου ζούσαν ανάμεσα σε Κινέζους φοιτητές και εξόριστους επαναστάτες στην περιοχή Kanda, ανακάλυψαν για πρώτη φορά τον αναρχισμό και ταυτίστηκαν με αυτόν. Σύμφωνα με τον ιστορικό Peter Zarrow, ο Liu και η He-Yin ήταν, μαζί με τον Zhang Ji, οι πρώτοι Κινέζοι αναρχικοί που γνωρίζουμε ότι ζούσαν εκτός Ευρώπης. Την ίδια χρονιά η He-Yin συνίδρυσε τη Λέσχη για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων των γυναικών και συμμετείχε στην έκδοση του περιοδικού Natural Justice. Το καταστατικό της λέσχης αντιτίθετο στην υποστήριξη κυβερνήσεων, στην υποταγή στους άνδρες και στη μετατροπή της γυναίκας σε παλλακίδα ή δεύτερη σύζυγο. Το Natural Justice, το οποίο εξέδιδε η He-Yin, κυκλοφόρησε μόνο για δύο χρόνια, αλλά έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διάδοση του φεμινισμού, του σοσιαλισμού, του μαρξισμού και του αναρχισμού στους ομιλητές της κινεζικής γλώσσας. Αυτό αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι το περιοδικό δημοσίευσε την πρώτη κινεζική μετάφραση μεγάλων τμημάτων του Κομμουνιστικού Μανιφέστου το 1908. (Zarrow 1988, 800· Zarrow 1990, 31, 33-4, 101-4, 130-1).

Στις σελίδες του Natural Justice η He-Yin εξέθεσε τη θεωρία της για το πώς προέκυψε, πώς αναπαράγεται και πώς μπορεί να καταργηθεί η καταπίεση των γυναικών. Κεντρικό ρόλο σε αυτή τη θεωρία έπαιξε η κομφουκιανική έννοια του nannü, η οποία μπορεί να μεταφραστεί ως «άνδρας-γυναίκα». Στον κομφουκιανισμό η έννοια του nannü χρησιμοποιήθηκε από τους άνδρες στοχαστές για να αποδώσουν τις ανισότητες και τις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών ως εγγενείς πτυχές του φυσικού κόσμου, στις οποίες ήταν λάθος να αντιτάσσεται κανείς ή να προσπαθεί να τις αλλάξει. Ο Λόγος της Λευκής Τίγρης, για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι «[ο] σύζυγος είναι υψηλός όπως η γυναίκα είναι χαμηλά· ο σύζυγος είναι για τον ουρανό, όπως η γυναίκα είναι για τη γη. Η σύζυγος δεν μπορεί να κάνει χωρίς τον σύζυγό της, όπως η γη δεν μπορεί να κάνει χωρίς τον ουρανό» (από το He-Yin 2013, 180). Η He-Yin απάντησε σε αυτό το διανοητικό πλαίσιο παίρνοντας την έννοια του nannü και χρησιμοποιώντας την για να θεωρητικοποιήσει πώς οι ανισότητες και οι διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών ήταν εγγενώς ιστορικές και κοινωνικά παραγόμενες, και όχι φυσικές, και έτσι μπορούσαν να αλλάξουν. Στο δικό της πλαίσιο, η έννοια nannü αναφέρεται στο κοινωνικό σύστημα μέσα στο οποίο η ανθρώπινη δράση παράγει και αναπαράγει συνεχώς τη διαίρεση ανδρών και γυναικών σε διακριτές κοινωνικές κατηγορίες με επικουρικούς ρόλους, οι οποίοι βρίσκονται σε συγκεκριμένες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους (βλ. εκτενή συζήτηση για τη μετάφραση του όρου nannü στο ibid, 10-17, 20).

Υπάρχουν δύο σημαντικά χαρακτηριστικά της έννοιας του nannü που πρέπει να τονιστούν. Πρώτον, η έννοια αυτή υποστηρίζει ότι οι άνδρες και οι γυναίκες δεν μπορούν να κατανοηθούν μεμονωμένα ο ένας από τον άλλον, αλλά αντίθετα πρέπει να κατονοούνται από την άποψη των σχέσεων μεταξύ τους, όπως είναι οι υλικές και κοινωνικά προβλεπόμενες σχέσεις μεταξύ συζύγων, μεταξύ πατέρα και κόρης, μεταξύ άνδρα αυτοκράτορα και γυναίκας παλλακίδας κοκ. Αυτή η σχεσιακή θεώρηση των ανδρών και των γυναικών είναι παρόμοια με τον τρόπο με τον οποίο ο Μαρξ ορίζει τον καπιταλιστή και τον εργάτη από την άποψη της σχέσης μεταξύ τους και της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία συμμετέχουν και οι δύο.

Δεύτερον, υποστηρίζει ότι οι «άνδρες» και οι «γυναίκες» δεν είναι στατικές σταθερές οντότητες, αλλά μάλλον διαδικασίες σε εξέλιξη που αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου. Το τι σημαίνει για ένα άτομο να είναι «γυναίκα» θα αλλάξει μεταξύ του 16ου και του 19ου αιώνα ή θα αλλάξει καθώς μια γυναίκα από παιδί γίνεται ενήλικη και από ανύπαντρη γίνεται παντρεμένη και έπειτα χήρα. Οι αλλαγές στη γυναικεία φύση μπορούν να είναι αποτέλεσμα της αποφασιστικής δράσης των ίδιων των γυναικών, όπως στην περίπτωση της He-Yin, που άλλαξε τη δική της αίσθηση του να είναι γυναίκα μέσω της δημιουργίας της φεμινιστικής θεωρίας. Αυτό γίνεται ορατό στην αντίληψη της He-Yin, που υποστηρίζει ότι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες πρέπει να χειραφετηθούν είναι επειδή έτσι αναπτύσσουν τον χαρακτήρα τους ως γυναίκες και αυτό τους επιτρέπει να ξεμάθουν την παθητικότητα στην οποία έχουν κοινωνικοποιηθεί. (ό.π., 63) Το τελικό σημείο αυτής της χειραφέτησης ήταν για την He-Yin η κατάργηση του nannü ως κοινωνικού συστήματος. Η ίδια γράφει ότι:

Οι άνδρες και οι γυναίκες είναι και οι δύο άνθρωποι. Λέγοντας «άντρες» (nanxing) και «γυναίκες» (nuxing) δεν μιλάμε για «φύση», καθώς δεν είναι παρά το αποτέλεσμα διαφορετικών κοινωνικών συνηθειών και εκπαίδευσης. Εάν οι γιοι και οι κόρες αντιμετωπίζονταν ισότιμα, ανατρέφονταν και εκπαιδεύονταν με τον ίδιο τρόπο, τότε οι ευθύνες που θα αναλαμβάνουν οι άνδρες και οι γυναίκες θα ήταν σίγουρα ίσες. Όταν συμβεί αυτό, τα ουσιαστικά «άνδρες» και «γυναίκες» δεν θα είναι πλέον απαραίτητα. Αυτή είναι τελικά η «ισότητα ανδρών και γυναικών» για την οποία μιλάμε (ό.π., 184).

Η ιστορία του πώς αναδύθηκε η πατριαρχία ήταν για την He-Yin η ιστορία του πώς οι άνθρωποι «δημιούργησαν πολιτικούς και ηθικούς θεσμούς, η πρώτη προτεραιότητα των οποίων ήταν να διαχωρίσουν τον άνδρα από τη γυναίκα» και έτσι έφτασαν να θεωρούν «τη διαφοροποίηση μεταξύ άνδρα και γυναίκας» ως «μία από τις κύριες αρχές στον ουρανό και στη γη». Αυτές οι διακρίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών είτε δεν υπήρχαν πριν από τη δημιουργία της πατριαρχίας, όπως η υποταγή των γυναικών στους άνδρες, είτε οικοδομήθηκαν πάνω σε προϋπάρχουσες διαφορές που μέχρι τότε δεν είχαν ύψιστη σημασία και δεν καθόριζαν την κοινωνική τοποθέτηση ενός ατόμου μέσα σε μια σχέση κυριαρχίας και υποταγής, όπως ο έλεγχος από τους άνδρες της ικανότητας των γυναικών να κάνουν παιδιά. Το κρίσιμο είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις οι διαχωρισμοί αυτοί δημιουργήθηκαν από ανθρώπινες πράξεις και δεν ήταν, όπως θεωρούν οι άνθρωποι στον πατριαρχικό κόσμο, εγγενείς στη φυσική τάξη (ό.π., 53).

Το βασικό κοινωνικό σύστημα που καθιέρωσε και αναπαρήγαγε τη διαίρεση ανδρών και γυναικών σε ξεχωριστές κοινωνικές κατηγορίες ήταν το αποκλειστικό δικαίωμα των ανδρών να κατέχουν ιδιοκτησία. Γράφει ότι «[γ]ια χιλιάδες χρόνια, ο κόσμος εξουσιάζεται από την κυριαρχία του άνδρα. Αυτή η κυριαρχία χαρακτηρίζεται από ταξικές διακρίσεις επί των οποίων οι άνδρες – και μόνο οι άνδρες – ασκούν ιδιοκτησιακά δικαιώματα». Αυτά τα «ιδιοκτησιακά δικαιώματα» συνίσταντο, παράλληλα με την ιδιοκτησία της γης και των πόρων, στην ιδιοκτησία των γυναικών ως περιουσία (ό.π.).

327325232 968276117495302 2501235762557382236 n

Η He-Yin πίστευε ότι πριν από τη δημιουργία της πατριαρχίας μέσω της υποδούλωσης των γυναικών, οι άνθρωποι ζούσαν αρχικά σε ισότιμες κοινωνίες στις οποίες η ιδιοκτησία ήταν κοινή, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες είχαν πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους και τα παιδιά κληρονομούσαν το επώνυμο της μητέρας τους, επειδή δεν είχε σημασία ποιος ήταν ο πατέρας. Η καταπίεση των γυναικών προέκυψε λόγω του καταμερισμού της εργασίας, με βάση τον οποίο οι άνδρες ήταν στρατιώτες και οι γυναίκες όχι. Συνέπεια αυτού του καταμερισμού εργασίας ήταν ότι όταν διαφορετικές ομάδες ανθρώπων έρχονταν σε ένοπλη σύγκρουση μεταξύ τους, η νικήτρια ομάδα εδραίωνε τη στρατιωτική της υπεροχή σκοτώνοντας τους άνδρες στρατιώτες, καταλαμβάνοντας την περιουσία που ανήκε στην κοινότητα ως δική της ιδιωτική περιουσία και υποδουλώνοντας τους υπόλοιπους άνδρες ως εργάτες και τις γυναίκες ως παλλακίδες. Με τον τρόπο αυτό, οι νικητές άνδρες στρατιώτες εδραιώθηκαν ως μια άρχουσα τάξη που ασκούσε εξουσία τόσο επί των άλλων ανδρών όσο και επί των γυναικών μέσω της ιδιοκτησίας των πόρων και των ανθρώπων. Επομένως, η εγκαθίδρυση της πατριαρχίας και της ταξικής κοινωνίας όχι μόνο συνέπεσε η μία με την άλλη, αλλά η ίδια η πατριαρχία ήταν μια έμφυλη μορφή ταξικής κοινωνίας, επειδή οι γυναίκες αποτελούσαν ιδιοκτησία ως σκλάβες του σεξ (ό.π., 92, 108-9). Η He-Yin γράφει:

όπως ακριβώς τα συστήματα του κοινοτικού γάμου και της κοινοτικής ιδιοκτησίας συνδέονταν μεταξύ τους, έτσι και τα συστήματα λεηλασίας των γυναικών για γάμο και δουλεία συνδέονταν επίσης από τη γέννησή τους. Και έτσι έγινε η ωμή βία ο τρόπος διακυβέρνησης: διαχωρίζοντας τους ισχυρούς από τους αδύναμους, δημιουργώντας διαίρεση σε δύο τάξεις. Τόσο οι γυναίκες όσο και οι άντρες ήταν αντικείμενα της ωμής βίας, που καταπιέζονταν από τους άντρες που είχαν δύναμη και εξουσία. Στο εξής, η δουλεία έγινε ο τρόπος παραγωγής: ενώ οι αδύναμοι ξόδευαν τη δύναμή τους, οι ισχυροί απολάμβαναν τις επιτυχίες τους χωρίς προσπάθεια· και τα άκρα του πλούτου και της φτώχειας σταδιακά έγιναν πιο αυστηρά. (ό.π., 92-3)

Η πρακτική της κατοχής των γυναικών ως σκλάβες του σεξ οδήγησε ταυτόχρονα τους άνδρες να βλέπουν τις γυναίκες ως κατώτερα όντα που θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα και οδήγησε τις γυναίκες να γίνουν «διαθέσιμες προς υποτέλεια» και να ακολουθούν «τις εντολές των ανδρών». Επομένως, δεν άργησε να έρθει η ώρα που αυτό που η He-Yin ονόμασε «η εποχή της λεηλασίας των γυναικών από τους άνδρες» αντικαταστάθηκε από την «εποχή της εμπορίας των γυναικών από τους άνδρες», κατά την οποία οι άνδρες, αντί να αρπάζουν γυναίκες μέσω ένοπλων συγκρούσεων, αγόραζαν και πωλούσαν γυναίκες από τις δικές τους και τις γειτονικές κοινότητες. Αυτή η εξέλιξη αντιπροσώπευε μια μετατόπιση από μια κοινωνία στην οποία οι γυναίκες που κατέχονταν μέσω στρατιωτικής κατάκτησης θεωρούνταν κατώτερες, σε μια κοινωνία στην οποία οι γυναίκες στο σύνολό τους θεωρούνταν κατώτερες, επειδή όλες οι γυναίκες, αντί για ορισμένες μόνο, γίνονταν ιδιοκτησία των ανδρών. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου συστήματος, οι άνδρες ήταν άνθρωποι και οι γυναίκες ήταν κτήμα τους (ό.π., 110-1, 178-80).

Η μετάβαση στην πατριαρχία ήταν επομένως η διαδικασία μέσω της οποίας ένα προηγούμενο μητρογραμμικό κοινωνικό σύστημα, στο οποίο τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες είχαν πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους, αντικαταστάθηκε από ένα κοινωνικό σύστημα στο οποίο οι άνδρες κατείχαν πολλές γυναίκες ως ιδιοκτησία και απαγόρευαν στις γυναίκες να έχουν οποιονδήποτε άλλο σεξουαλικό σύντροφο εκτός από τους ίδιους. Στο πλαίσιο ενός τέτοιου συστήματος ιδιοκτησίας οι γυναίκες έχαναν το επώνυμό τους υπέρ του επωνύμου του συζύγου τους και τα παιδιά που γεννούσαν κληρονομούσαν το επώνυμο του πατέρα και όχι της μητέρας (ό.π., 111-2).

Η καταπίεση των γυναικών αναπαράχθηκε στη συνέχεια μέσω μιας σειράς κοινωνικών πρακτικών που σηματοδοτούσαν συνεχώς τον διαχωρισμό μεταξύ ανδρών και γυναικών. Αυτές περιλάμβαναν, μεταξύ άλλων, τα εξής: τον έμφυλο καταμερισμό της εργασίας κατά τον οποίο οι άνδρες εγκατέλειπαν το νοικοκυριό για να κερδίσουν τα προς το ζην, ενώ οι γυναίκες αναγκάζονταν να παραμείνουν στο σπίτι και να εκτελούν «το διπλό καθήκον της ανατροφής των παιδιών» και της «διαχείρισης του νοικοκυριού», την ανισότητα στο σύστημα των τελετών, σύμφωνα με το οποίο ο σύζυγος έπρεπε να πενθήσει τη γυναίκα του για ένα χρόνο, ενώ η γυναίκα έπρεπε να πενθήσει τον σύζυγό της για τρία χρόνια, την ανισότητα στην εκπαίδευση, ώστε οι γυναίκες να διδάσκονται πώς να είναι σύζυγοι αλλά όχι διανοούμενες, και ένα τεράστιο φάσμα Κομφουκιανών μελετών που γράφτηκαν από άνδρες, οι οποίες καθόρισαν το ιδεολογικό υπόβαθρο της καταπίεσης των γυναικών από τον άνδρα και χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για τους πατριαρχικούς νόμους (ό.π., 54, 181, 122-46, 148-9).
Αυτές οι έμφυλες μορφές καταπίεσης διείσδυσαν σε ολόκληρη την κοινωνία, έτσι ώστε, για κάθε γυναίκα, ανεξάρτητα από την οικονομική τάξη και την κοινωνική της θέση να υπάρχει κάποιος άνδρας στον οποίο θα είναι υποτελής. Μια γυναίκα της ανώτερης τάξης, για παράδειγμα, μπορεί να κατέχει εξουσία επί των ανδρών της κατώτερης τάξης, αλλά ταυτόχρονα να είναι υποταγμένη στη δύναμη του πλούσιου συζύγου της. Όπως γράφει η He-Yin,

δεν υπάρχει ούτε μία γυναίκα που να μην έχει υποστεί κακή μεταχείριση από κάποιον άνδρα... Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι μια αυτοκράτειρα κατέχει θέση υψηλής εκτίμησης, αλλά ποτέ δεν αμφισβητεί την υποταγή της σε έναν άνδρα ( ή άνδρες). Στο άλλο άκρο της ιεραρχίας, βρίσκει κανείς ζητιάνους των οποίων η κοινωνική θέση δεν μπορεί να είναι πιο υποβαθμισμένη, αλλά η γυναίκα ζητιάνα δεν θα αμφισβητούσε την υποταγή της σε έναν άνδρα (ή άνδρες) (ό.π., 105).

Παρόλο που όλες οι γυναίκες ήταν υποταγμένες σε κάποιον άνδρα, δεν μοιράζονταν τις ίδιες εμπειρίες υποταγής λόγω της διαφορετικής τους θέσης στην οικονομική και πολιτική ιεραρχία. Οι γυναίκες της κατώτερης τάξης, που αποτελούσαν την πλειοψηφία των γυναικών, βίωναν ταυτόχρονα την πατριαρχική, οικονομική και κρατική καταπίεση. Παρόλο που η He-Yin δεν χρησιμοποιούσε τη λέξη διαθεματικότητα, η οποία επινοήθηκε από την Kimberlee Crenshaw το 1989, εντούτοις σκεφτόταν με διαθεματικό τρόπο (Crenshaw 1989· Collins and Bilge 2016, 2, 4, 26-7). Για την He-Yin οι δομές καταπίεσης δεν αποτελούν ξεχωριστές διακριτές οντότητες, αλλά αντίθετα αλληλοκαθορίζονται και αλληλοορίζονται. Κατά την άποψή της, η πατριαρχική, η οικονομική και η κρατική καταπίεση αποτελούν έναν αλληλένδετο ιστό στον οποίο κάθε συστατικό στοιχείο ορίζεται από τη σχέση του με κάθε άλλο στοιχείο. Δεν υπάρχει καθαρή πατριαρχία, διότι μέρος αυτού που είναι η πατριαρχία ως πραγματικά υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο είναι οι σχέσεις που διαπλέκονται με άλλες δομές καταπίεσης, όπως η οικονομική καταπίεση. Μια γυναίκα της εργατικής τάξης δεν βιώνει την πατριαρχική + οικονομική + κρατική καταπίεση, σύμφωνα με την οποία κάθε μορφή καταπίεσης είναι ξεχωριστή και ανεξάρτητη από την άλλη. Αντιθέτως, βιώνει το προϊόν αυτών των τριών συστημάτων καταπίεσης που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και δημιουργούν εμπειρίες ζωής που δεν μπορούν να αναχθούν σε κανένα από αυτά τα καταπιεστικά συστήματα, αλλά αντίθετα είναι το προϊόν και των τριών ταυτόχρονα. Η κατανόηση της καταπίεσης συνεπάγεται επομένως να εξετάζουμε πώς ένα συγκεκριμένο άτομο τοποθετείται κοινωνικά κατά μήκος πολλαπλών διαφορετικών αξόνων , αντί να εστιάζουμε μόνο σε έναν άξονα που θεωρείται ο πιο σημαντικός.

Θα συζητήσω πρώτα τη διασταύρωση της πατριαρχικής και της οικονομικής καταπίεσης, στη συνέχεια τη διασταύρωση της πατριαρχικής και της κρατικής καταπίεσης και στη συνέχεια τη διασταύρωση και των τριών. Η He-Yin δίνει τρία βασικά παραδείγματα της διασταύρωσης της πατριαρχικής και της οικονομικής καταπίεσης. Πρώτον, οι φτωχές οικογένειες δεν μπορούσαν να ζήσουν αποκλειστικά από την ανδρική εργασία και έτσι οι γυναίκες της κατώτερης τάξης αναγκάζονταν συνήθως, εκτός από την ανατροφή των παιδιών και τη διαχείριση του νοικοκυριού, να εργάζονται ως αγρότισσες, εργάτριες εργοστασίων, οικιακές βοηθοί, υπηρέτριες, παλλακίδες και εργάτριες του σεξ (He-Yin 2013, 55, 82). Αν και, σε αντίθεση με τις γυναίκες της ανώτερης τάξης, ήταν ελεύθερες να βγουν από το σπίτι, η ελευθερία αυτή δεν ήταν απελευθερωτική, αφού υπέφεραν «τις πιο επίπονες μορφές εργασίας, την πιο αδίστακτη εκμετάλλευση και την πιο ντροπιαστική ταπείνωση» (ό.π., 55).

Δεύτερον, η πατριαρχική και η οικονομική καταπίεση συνδυάστηκαν για να δημιουργήσουν μια κοινωνία στην οποία οι γυναίκες της κατώτερης τάξης αναγκάζονταν από τη φτώχεια να γίνουν σεξεργάτριες, που πουλούσαν το σώμα τους σε άνδρες που θεωρούσαν τις γυναίκες σεξουαλικά αντικείμενα. Οι φτωχές οικογένειες, για παράδειγμα, συχνά πουλούσαν τις κόρες τους, τις οποίες λόγω της πατριαρχίας εκτιμούσαν λιγότερο από τους γιους τους, ως σκλάβες σε πλούσιους άνδρες ή σε οίκους ανοχής που επισκέπτονταν κυρίως πλούσιοι άνδρες. Η φτώχεια τους οφειλόταν με τη σειρά της στην οικονομική εκμετάλλευσή τους από τους ίδιους αυτούς πλούσιους άνδρες. Η ανώτερη τάξη δημιούργησε επομένως και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι γυναίκες της κατώτερης τάξης εξαναγκάζονταν στη σεξουαλική εργασία λόγω της φτώχειας, ενώ ταυτόχρονα ήταν οι κύριοι χρήστες και ιδιοκτήτες των εργαζομένων στο σεξ. Σε μια κοινωνία στην οποία οι γυναίκες ήταν ιδιοκτησία, η πώληση των θυγατέρων από τις οικογένειες της κατώτερης τάξης θα μπορούσε να θεωρηθεί, σύμφωνα με την He-Yin, ένας έμμεσος τρόπος μέσω του οποίου οι πλούσιοι άνδρες αφενός άρπαζαν την ιδιοκτησία των φτωχών και αφετέρου βίαζαν τις κόρες των φτωχών. Ακόμα και εκείνες οι γυναίκες που έβρισκαν εργασία σε εργοστάσια ή ως υπηρέτριες αναγκάζονταν να δουλεύουν και ως σεξεργάτριες μερικής απασχόλησης, επειδή οι άνδρες εργοδότες τους δεν τους έδιναν ένα μισθό που να τους εξασφαλίζει τα προς το ζην (ό.π., 74-5, 82-84, 88-9). Η He-Yin γράφει ότι:

σε έναν κόσμο όπου η ιδιοκτησία δεν είναι ίση, όσες ξεφεύγουν από το να είναι παλλακίδες δεν μπορούν να ξεφύγουν από το να είναι πόρνες· όσες ξεφεύγουν από το να είναι πόρνες δεν μπορούν να ξεφύγουν από το να είναι εργάτριες ή υπηρέτριες. Ακόμη και αν κάποια είναι εργάτρια σε εργοστάσιο ή υπηρέτρια κατ' όνομα, η πορνεία είναι η κρυφή πραγματικότητα (ό.π., 90).

Τρίτον, σε πολλές περιπτώσεις, γυναίκες της κατώτερης τάξης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν ασχολούνταν με την εργασία στο σεξ, βιάζονταν ή παρενοχλούνταν σεξουαλικά εντός του χώρου εργασίας από τον άνδρα εργοδότη ή διευθυντή τους και εκτός του χώρου εργασίας από άνδρες της ανώτερης τάξης που έτυχε να τις παρατηρήσουν δημόσια. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τόσο οι γυναίκες της κατώτερης τάξης όσο και οι οικογένειές τους δεν ήταν σε θέση να κάνουν κάτι για αυτό που είχε συμβεί, επειδή ο δράστης ήταν πλούσιος και, αν συνέβαινε εντός του χώρου εργασίας, μπορούσε να κάνει τη ζωή τους ακόμη χειρότερη με την απόλυσή τους. Αυτή η σεξουαλική βία είχε επομένως ταυτόχρονα μια έμφυλη πτυχή, απευθύνονταν σε αυτές από έναν άντρα, και μια οικονομική πτυχή, εφόσον ο εν λόγω άνδρας ασκούσε ταξική εξουσία πάνω τους (ό.π., 95-6, 100, 101).

Ένας σημαντικός αριθμός σύγχρονων φεμινιστριών θα διαφωνούσε με την περιγραφή της He-Yin για τη σεξεργασία ως γυναίκες που πωλούν το σώμα τους σε άνδρες. Παρ’ όλα αυτά, λέει ρητά ότι οι εργαζόμενες στο σεξ υποβαθμίζουν τα σώματά τους όχι επειδή κάνουν σεξ με πολλούς άνδρες, αλλά επειδή, όπως όλοι όσοι πρέπει να εργάζονται για τους πλούσιους προκειμένου να επιβιώσουν, πωλούν τα σώματά τους για χρήματα. Ως εκ τούτου, θεωρεί τον καπιταλισμό ένα κοινωνικό σύστημα στο οποίο οι εργαζόμενες τάξεις γενικά πωλούν τα σώματά τους στους πλούσιους, αντί να πιστεύει ότι αυτό συμβαίνει μόνο στη σεξεργασία στο πλαίσιο του καπιταλισμού (ό.π., 64, σημ. 29, 80). Σε άλλο σημείο η He-Yin γράφει ότι όσοι «αποκαλούν τις πόρνες και τις παλλακίδες με προσβλητικά ονόματα» είναι «αξιολύπητοι» (ό.π., 84).

Η He-Yin τάσσεται υπέρ της κατάργησης της σεξεργασίας, αλλά δεν πιστεύει ότι αυτό πρέπει να γίνει μέσω της βίας του κράτους. Η ίδια τάσσεται κατά της ποινικοποίησης της σεξεργασίας, με το σκεπτικό ότι οι νόμοι αυτοί αγνοούν ότι οι γυναίκες ασχολούνται με τη σεξεργασία για να κερδίσουν τα προς το ζην και θα συνεχίσουν να το κάνουν όσο υπάρχει καπιταλισμός. Γράφει:

Παρόλο που η εξάλειψη της πορνείας και της παλλακείας συζητείται σε όλη τη χώρα, ούτε η κοινή γνώμη ούτε η νομοθετική απαγόρευση μπορούν να σταματήσουν τις φτωχές γυναίκες από το να γίνουν πόρνες και παλλακίδες. Ούτε μπορούν να σταματήσουν τους πλούσιους από το να πατρονάρουν πόρνες και να διατηρούν παλλακίδες. Ακόμα και αν τα συστήματα της πορνείας και της παλλακείας εξαλειφθούν κατ' όνομα, στην πραγματικότητα θα εξακολουθήσουν να υφίστανται (ό.π., 86).

Σύμφωνα με την He-Yin, η κατάργηση της σεξουαλικής εργασίας θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο μέσω της ανατροπής του καπιταλισμού και της εγκαθίδρυσης μιας αταξικής κοινωνίας. Υποστηρίζει:

την εφαρμογή της κοινοτικής ιδιοκτησίας, όπου δεν θα υπάρχει καμία διάκριση μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Αυτό θα επέτρεπε στις φτωχές γυναίκες να μην αναζητούν χρήματα θυσιάζοντας το σώμα τους και θα εμπόδιζε τους πλούσιους να χρησιμοποιούν τον πλούτο τους για την ικανοποίηση των επιθυμιών τους. Θα καταργούσε επίσης το σύστημα της γυναικείας εργασίας, ανατρέποντας έτσι την τάση προς την ημι-προστασία και την ημι-παλλακεία. Έτσι θα μπορούσε κανείς να σώσει τις γυναίκες από τα δεινά.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η κριτική της He-Yin στην ακούσια σεξουαλική εργασία στο πλαίσιο του καπιταλισμού είναι άψογη. Ο τρόπος με τον οποίο η He-Yin μιλάει για τη σεξουαλική εργασία δίνει την εντύπωση ότι η κριτική της στηρίζεται σε σεξουαλική σεμνοτυφία. Για παράδειγμα, περιγράφει την εργασία στο σεξ ως «ανήθικο επάγγελμα» που βασίζεται στην «πώληση της ακολασίας και της αισχρότητας», στην οποία «βυθίζονται» οι φτωχές γυναίκες. Υποστηρίζει ότι οι πλούσιοι άνδρες που προσλαμβάνουν φτωχές εργάτριες του σεξ «καταστρέφουν την αρετή των γυναικών» και ότι «ο πλούτος είναι η βασική αιτία της λάγνας απόλαυσης» (ό.π., 88, 97, 84, 96). Η απάντηση της He-Yin στην ιδέα ότι οι γυναίκες πρέπει να έχουν πολλούς συζύγους για να είναι ισότιμες με τους άνδρες που έχουν πολλές γυναίκες είναι ιδιαίτερα περίεργη. Γράφει ότι:

Μια γυναίκα με πολλούς συζύγους ουσιαστικά είναι πόρνη. Οι γυναίκες που τώρα υποστηρίζουν τους πολλαπλούς συζύγους χρησιμοποιούν το πρόσχημα ότι αντιστέκονται στους άντρες, αλλά το πραγματικό τους κίνητρο είναι να δώσουν πλήρη ελευθερία στην προσωπική τους επιθυμία, ακολουθώντας τον δρόμο των ιερόδουλων. Αυτές οι γυναίκες είναι προδότριες της γυναικείας φύσης (ό.π., 184).

Σε ένα άλλο απόσπασμα η He-Yin διαμαρτύρεται για τις γυναίκες που «φαίνονται απελευθερωμένες», αλλά αντίθετα απλώς «χρησιμοποιούν ως προκάλυμμα την ελευθερία και την ισότητα για να αναζητήσουν την προσωπική ικανοποίηση και την εκπλήρωση της σεξουαλικής επιθυμίας». Κάποιες από αυτές τις γυναίκες «καθοδηγούνται από το τυφλό πάθος και κάποιες παρασύρονται από τους άνδρες και πέφτουν στην παγίδα τους». Υποστηρίζει ότι «όταν η απελευθέρωση συγχέεται με την προσωπική ικανοποίηση, μια γυναίκα δεν μπορεί να σκεφτεί ένα ευγενέστερο έργο πέραν της σεξουαλικής απόλαυσης». Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η He-Yin γράφει επίσης ότι «η ελεύθερη αγάπη αποτελεί εξαίρεση" σε αυτό, όπου ελεύθερη αγάπη σημαίνει τη μονογαμική σεξουαλική σχέση, στην οποία και οι δύο σύντροφοι είναι ελεύθεροι και ίσοι . Είναι, επιπλέον, επικρίνει αυτές τις απελευθερωμένες γυναίκες ότι αντιλαμβάνονται «με πολύ στενούς όρους την απελευθέρωση» και εστιάζουν στην ατομική τους ικανοποίηση, αντί για τη θεμελιώδη κοινωνική αλλαγή για όλους. (ό.π., 63-4) Ίσως, λοιπόν, το ζήτημα της He-Yin να μην είναι το γεγονός ότι αυτές οι γυναίκες επιδιώκουν το σεξ, αλλά το γεγονός ότι αγνοούν την ανάγκη να επιτευχθεί η καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση και παρασύρονται από σεξιστές άνδρες που τους κακομεταχειρίζονται.

Σύμφωνα με την He-Yin, οι γυναίκες δεν καταπιέζονται μόνο από τη διασταύρωση της πατριαρχικής και της οικονομικής καταπίεσης, αλλά υποφέρουν επίσης λόγω της διασταύρωσης της πατριαρχικής και της κρατικής καταπίεσης. Αυτό πήρε τη μορφή του αποκλεισμού των γυναικών από την άσκηση πολιτικής εξουσίας και τη στρατιωτική διοίκηση. Συνέπεια αυτού είναι ότι τα κράτη δεν ήταν απλώς θεσμοί ελεγχόμενοι από μια κυρίαρχη μειοψηφία προς το συμφέρον της, αλλά ελεγχόμενοι από μια συγκεκριμένη κυρίαρχη μειοψηφία, που ήταν συγκεκριμένα άνδρες και έτσι είχαν συμφέρον να αναπαράγουν και να επεκτείνουν την καταπίεση των γυναικών από τους άντρες Σε εκείνες τις σπάνιες στιγμέςπου οι γυναίκες ασκούσαν κρατική εξουσία, συχνά έπρεπε να αναθέσουν τις κρατικές υποθέσεις στον σύζυγο ή στα αδέλφια τους και οι άνδρες τις θεωρούσαν κίνδυνο για τη χώρα. Επομένως, η κρατική εξουσία ασκούνταν για τη διαιώνιση όχι μόνο της οικονομικής και πολιτικής καταπίεσης αλλά και της καταπίεσης των φύλων. Για την He-Yin, ένα από τα κυριότερα παραδείγματα ήταν οι πατριαρχικοί νόμοι που υπαγόρευαν ότι όταν ένας άνδρας διέπραττε ένα έγκλημα, η τιμωρία θα εφαρμοζόταν όχι μόνο στον ένοχο αλλά και στις αθώες γυναίκες του σπιτιού του, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν η σύζυγος, οι κόρες, οι αδελφές και οι παλλακίδες του. Συνέπεια αυτού είναι ότι, αμέτρητες γυναίκες εκτελέστηκαν, εξορίστηκαν ή φυλακίστηκαν από το κράτος εξαιτίας των εγκλημάτων που διέπραξε ο σύζυγος, ο αδελφός ή ο πατέρας τους. Ο νόμος αντιμετώπιζε τις γυναίκες ως «εξαρτήματα των ανδρών» και έτσι τους στερούσε τη ζωή για εγκλήματα που δεν διέπραξαν, απλώς και μόνο επειδή έτυχε ο δράστης να είναι ο πατέρας, ο αδελφός ή ο σύζυγός τους (ό.π., 59, 107, 147-8, 158-67).

Οι διασταυρώσεις της πατριαρχικής, της οικονομικής και της κρατικής καταπίεσης συναντήθηκαν με τη μορφή της άσκησης της κρατικής εξουσίας για να εξαναγκαστεί μεγάλος αριθμός γυναικών να γίνουν παλλακίδες του αρχηγού του κράτους και των αρχόντων. Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος, η πολιτική άρχουσα τάξη χωριζόταν σε βαθμίδες και όσο υψηλότερη ήταν η βαθμίδα ενός άνδρας τόσο περισσότερες σκλάβες του σεξ μπορούσε να έχει. Αν και σε ορισμένες περιόδους οι γυναίκες αυτές προέρχονταν από οικογένειες και της ανώτερης και της κατώτερης τάξης, εντούτοις η πλειονότητα των γυναικών που εξαναγκάζονταν σε σεξουαλική δουλεία από το κράτος ήταν φτωχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι παλλακίδες των αυτοκρατόρων θανατώνονταν και θάβονταν μαζί με τον αυτοκράτορα όταν εκείνες πέθαινε (ό.π., 112-3, 153-8).

Εφοδιασμένη με αυτή τη διαθεματική θεωρία της καταπίεσης των γυναικών η He-Yin άσκησε κριτική στις φιλελεύθερες φεμινίστριες που επιδίωκαν να επιτύχουν τη χειραφέτηση των γυναικών μέσω της κατάκτησης του δικαιώματος της ψήφου και της εκλογής γυναικών στο κοινοβούλιο. Μια τέτοια στρατηγική αγνοούσε ότι η πλειοψηφία των γυναικών καταπιέζεται ταυτόχρονα από την πατριαρχία, τον καπιταλισμό και το κράτος. Ως αποτέλεσμα, οι φιλελεύθερες φεμινίστριες δεν θα επιτύγχαναν τη χειραφέτηση των γυναικών στο σύνολό τους, αλλά απλώς θα εγκαθίδρυαν μια κατάσταση στην οποία μια μειοψηφία γυναικών της ανώτερης τάξης θα ασκούσε την κρατική εξουσία μαζί με τους άνδρες για να καταπιέζει την πλειοψηφία του πληθυσμού, τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών, προς όφελος των ταξικών τους συμφερόντων. Η He-Yin γράφει:

Αν η ισότητα των φύλων σημαίνει απλώς ότι μια μειοψηφία γυναικών θα μπορεί να αναλάβει πολιτικά αξιώματα και να διατηρήσει μια ισορροπία εξουσίας με μια μειοψηφία ανδρών που κατέχουν παρόμοια αξιώματα, τότε θα πρέπει να προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε πώς συμβαίνει το εξής μεταξύ των ανδρών: δηλαδή, στον σημερινό κόσμο, όπου υπάρχει διαφορά μεταξύ ανδρών που κυβερνούνται από άλλους άνδρες και ανδρών που κυβερνώνται από αυτούς η πλειοψηφία των κυβερνώντων στον κόσμο των ανδρών απαιτεί επανάσταση. Όσον αφορά την ιδέα της ίσης κατανομής της εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών, οι περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται να πιστεύουν ότι, εφόσον υπάρχουν κάτοχοι εξουσίας, θα πρέπει να υπάρχουν και μεταξύ των γυναικών Αλλά, τόσο ισχυρές γυναίκες ηγεμόνες όπως η βασίλισσα Βικτώρια της Βρετανικής Αυτοκρατορίας ή οι αυτοκράτειρες Lü Zhi και Wu Zetian στη δυναστική ιστορία της Κίνας, έφεραν ποτέ το παραμικρό όφελος για την πλειοψηφία των γυναικών;

Μια μειοψηφία γυναικών που κατέχει εξουσία δύσκολα αρκεί για να σώσει την πλειοψηφία των γυναικών. Στην περίπτωση της Νορβηγίας, για παράδειγμα, οι λίγες αριστοκράτισσες που καταλαμβάνουν πολιτικά αξιώματα δεν προσφέρουν και πολλά οφέλη στον γενικό πληθυσμό. Και ως εκπρόσωποι των γυναικών από τις ανώτερες τάξεις και τις αριστοκρατικές οικογένειες, οι γυναίκες αυτές έχουν αποκτήσει πολιτικά δικαιώματα και βοηθούν τους άνδρες από τις ανώτερες τάξεις να διαπράξουν ακόμη μεγαλύτερες ζημιές. Εάν το νομοθετικό τους έργο ωφελεί μόνο τις γυναίκες της ανώτερης τάξης, βαθαίνει τα δεινά των γυναικών της κατώτερης τάξης (ό.π., 66).

Η χειραφέτηση των γυναικών στο σύνολό τους θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με την κατάργηση των τριών κύριων κοινωνικών δομών που διασταυρώνονταν για να τις καταπιέζουν: την πατριαρχία, τον καπιταλισμό και το κράτος. Η He-Yin γράφει ότι η δική της «κατανόηση της ισότητας των φύλων συνεπάγεται την ισότητα μεταξύ όλων των ανθρώπινων όντων, η οποία αναφέρεται στην προοπτική να μην καταπιέζουν πλέον οι άνδρες τις γυναίκες, αλλά και οι άνδρες να μην καταπιέζονται πλέον από άλλους άνδρες και οι γυναίκες να μην καταπιέζονται πλέον από άλλες γυναίκες». Λαμβάνοντας υπ’ όψιν αυτό το δεδομένο, «οι σύγχρονες γυναίκες, αντί να αποσπάσουν την εξουσία από τους άνδρες, θα πρέπει να στοχεύουν στην ανατροπή της αντρικής κυριαρχίας, υποχρεώνοντας τους άνδρες να απαρνηθούν τα προνόμια και τη δύναμή τους και να ταπεινωθούν, ώστε ο άνδρας και η γυναίκα να επιτύχουν την ισότητα με τους όρους της γυναίκας. Ο απώτερος στόχος της απελευθέρωσης των γυναικών είναι να απελευθερωθεί ο κόσμος από την κυριαρχία του άνδρα και από την κυριαρχία της γυναίκας”. Συνεπώς, η He-Yin «δεν πρότεινε απλώς μια επανάσταση των γυναικών αλλά μια πλήρηκοινωνική επανάσταση», η οποία θα καταργούσε το κράτος και τον καπιταλισμό υπέρ μιας αναρχικής κοινωνίας βασισμένης στην κοινοκτημοσύνη. Ή όπως γράφει αλλού η He-Yin, «αν θέλετε να πραγματοποιήσετε μια γυναικεία επανάσταση, πρέπει να ξεκινήσετε με μια οικονομική επανάσταση» (ό.π., 65-6, 70, 183, 103).

Κάτι τέτοιο ήταν απαραίτητο για την κατάργηση της πατριαρχίας, λόγω του τρόπου με τον οποίο ο καπιταλισμός και το κράτος υποστήριζαν και συγκροτούσαν την πατριαρχία ως πραγματικά υπάρχουσα κοινωνική δομή. Σε μια αταξική εξισωτική κοινωνία, που θα βασιζόταν στην παραγωγή και τη διανομή ανάλογα με τις ανάγκες, οι γυναίκες δεν θα ήταν πλέον υποταγμένες στις ορέξεις των ανδρών που ασκούσαν οικονομική και πολιτική εξουσία πάνω τους και που τις ανάγκαζαν τις γυναίκες να ασχολούνται με την εργασία, συμπεριλαμβανομένης και της σεξουαλικής εργασίας, προκειμένου να επιβιώσουν. Ελλείψει χρημάτων, οι γυναίκες θα παντρεύονταν για την αγάπη και όχι για τον πλούτο, και η φροντίδα των παιδιών θα μπορούσε να οργανωθεί σε κοινοτικό επίπεδο αντί να αποτελεί ατομική ευθύνη των μητέρων. Αυτό δεν σημαίνει ότι η κατάργηση του καπιταλισμού και του κράτους αρκούσε για να καταργηθεί η πατριαρχία. Η He-Yin θεωρούσε ότι πρέπει, επιπλέον, να υπάρξει μετασχηματισμός στις σχέσεις των δύο φύλων, έτσι ώστε οι γιοι και οι κόρες να μεγαλώνουν ισότιμα και να τους παρέχεται ισότιμη εκπαίδευση. Ως ενήλικες, άνδρες και γυναίκες θα έπρεπε να αναλάβουν τις ίδιες ευθύνες και όλες τις υποθέσεις της κοινωνίας έπρεπε να γίνουν υπόθεση και των γυναικών. Με την πάροδο του χρόνου, αυτές οι αλλαγές θα κορυφώνονταν με την κατάργηση του ίδιου του nannü, έτσι ώστε «τα ουσιαστικά "άνδρες" και "γυναίκες" να μην είναι πλέον απαραίτητα» (ό.π., 90-1, 103-4, 107-8, 182-4).

Μέσα στο σύγχρονο πλαίσιο της αυξανόμενης δημοτικότητας και της συνεχώς διευρυνόμενης επιρροής του φιλελεύθερου και του επιχειρηματικού φεμινισμού, ο διαθεματικός αναρχικός φεμινισμός της He-Yin χρησιμεύει ως ουσιαστικό διορθωτικό στοιχείο . Η χειραφέτηση των γυναικών δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω της εκλογής γυναικών προέδρων ή της παρουσίας περισσότερων γυναικών στα διοικητικά συμβούλια. Κάτι τέτοιο, όπως υποστήριξε η He-Yin πριν από έναν αιώνα, θα επιφέρει απλώς μια πιο ποικιλόμορφη άρχουσα τάξη και έτσι θα δημιουργήσει μια κατάσταση στην οποία η πλειοψηφία των γυναικών, αντί να καταπιέζεται αποκλειστικά ή σε μεγάλο βαθμό μόνο από άνδρες, θα καταπιέζεται από μια μικρή ομάδα πλούσιων και ισχυρών ανδρών και γυναικών. Η χειραφέτηση των γυναικών στο σύνολό τους μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω μιας κοινωνικής επανάστασης που θα ανατρέψει τις άρχουσες τάξεις και θα καταργήσει όλες τις μορφές καταπίεσης, συμπεριλαμβανομένης της πατριαρχίας, του καπιταλισμού και του κράτους. Αν, όπως έγραψε η He-Yin, «το ζήτημα της απελευθέρωσης των γυναικών είναι να δοθεί η δυνατότητα σε κάθε γυναίκα να συμμετέχει στις χαρές της ελευθερίας», τότε η απελευθέρωση των γυναικών μπορεί να βρεθεί μόνο σε μια αναρχική κοινωνία που φέρνει τις χαρές της ελευθερίας σε όλη την ανθρωπότητα.(ό.π., 70).

Βιβλιογραφία

  • Collins, Patricia Hill, and Sirma Bilge. 2016. Intersectionality. Cambridge: Polity Press.
  • Crenshaw, Kimberle. 1989. “Demarginalizing the Intersection of Race and Sex: A Black Feminist Critique of Antidiscrimination Doctrine, Feminist Theory and Anti-Racist Politics.” University of Chicago Legal Forum, no. 1: 139–67.
  • He-Yin Zhen. 2013. The Birth of Chinese Feminism: Essential Texts in Transnational Theory. New York: Columbia University Press. Edited by Lydia H Liu, Rebecca E Karl, and Dorothy Ko.
  • Zarrow, Peter. 1988. “He Zhen and Anarcho-Feminism in China.” The Journal of Asian Studies 47, no. 4: 796–813.
  • Zarrow, Peter. 1990. Anarchism and Chinese Political Culture. New York: Columbia University Press.